Super User

Super User

Σάββατο, 19 Ιούλιος 2014 03:00

Σπατάλη καί ἀνάκαμψη

panteloniἩ γενιά τῶν μεσηλίκων βαρύνεται μέ δύο πολύ βαρειές κακίες. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ὑποκρισία καί ἡ δεύτερη ἡ ἀπεμπόληση τῆς παράδοσης. Αὐτοί πού τήν ἀπαρτίζουν ἐνδιαφέρθηκαν ἰδιαίτερα γιά τή διαμόρφωση εἰκόνας (ἴματζ ἐπί τό ἑλληνικότερο!), στό κοινωνικό πλαίσιο, ἐνῶ εἶχαν ἀποβάλει κάθε ἱερό καί κάθε ὅσιο.

  Εἶναι σύνηθες νά λέγεται ὅτι ἐμεῖς οἱ μεγάλοι ὅ,τι κάνουμε, τό κάνουμε γιά τό καλό τῶν παιδιῶν μας. Γι’ αὐτά ζοῦμε, γι’ αὐτά νοιαζόμαστε, σ’ αὐτά θέλουμε νά παραδώσουμε ἕναν καλύτερο κόσμο! Ἴσως κάποιοι νά ἔχουν ἐθιστεῖ στή συνθηματολογία καί νά ἔχουν πιστέψει ὅτι πράγματι γι’ αὐτά μόχθησαν καί συνεχίζουν νά μοχθοῦν. Ὅμως ἡ νέα γενιά ἔχει ἀπό καιρό διαπιστώσει τήν ὑποκρισία τῶν μεσηλίκων καί δέν εἶναι λίγες οἱ ἐκδηλώσεις ἀηδίας γι’ αὐτήν. Ὅσο γιά τόν κόσμο πού παραλαμβάνουν, τά πολλαπλά ἀδιέξοδα εἶναι οἱ ἀδιάψευστοι μάρτυρες τῆς παταγώδους ἀποτυχίας τῆς «γενιᾶς τοῦ Πολυτεχνείου»!

 Οἱ νέοι σήμερα ἐπιδεικνύουν ἔντονο ἀντικομφορμισμό, παρασύροντας ἀκόμη καί μεσήλικες σέ ἁπλούστερη συμπεριφορά. Τό ἔνδυμα, τουλάχιστον στούς ἄνδρες, ἔχει καταστεῖ ἁπλούστερο καί πιό λιτό. Μακάρι ὅμως νά ἔμεναν οἱ νέοι σ’ αὐτό καί μόνο ἤ νά ἦταν πράγματι τό ἔνδυμα καί λιγότερο δαπανηρό. Προχώρησαν, δυστυχῶς, σέ ἄλλες ἐκδηλώσεις, οἱ συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ὀδυνηρές. Ἀπώλεσαν τήν εὐγένεια, τήν ὁποία θεώρησαν στοιχεῖο τῆς ὑποκρισίας τῶν μεγάλων. Ἔτσι ἐκμηδένισαν τήν ἀπόσταση μεταξύ γονέων-τέκνων, ἐκπαιδευτῶν-ἐκπαιδευομένων, γερόντων-νέων. Χάθηκε ὁ σεβασμός, χάθηκε ἡ πειθαρχία, χά- θηκε ἡ εὐγνωμοσύνη. Δέν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις πού οἱ μεγάλοι στρέφονται κατά τῶν νέων, τούς ὁποίους κατακεραυνώνουν γιά ἀντικοινωνική συμπεριφορά. Καί, δυστυχῶς, δέν ἀντιλαμ- βάνονται ὅτι οἱ ἐπικρίσεις ἐπιστρέφουν στούς ἴδιους, καθώς ὡς γονεῖς, ἐκπαιδευτικοί, πολιτικοί ἤ πνευματικοί ἡγέτες καλλιέργησαν τό ἔδαφος, τό ὁποῖο ἔδωσε ὡς καρπό τή νέα γενιά! Ἡ ἄκρως ἀρρωστημένη ἀντίληψη «νά μήν τούς λεί- ψει τίποτε» ἤ «νά μήν περάσουν τίς δυσκολίες πού περάσαμε ἐμεῖς» (ἀρχή τῆς ἥσσονος προσπάθειας καί τῶν μειζόνων ἀπολαβῶν) ἀπό τή μία, καί ἡ ἐπικράτηση τῆς ἀντιαυταρχικῆς ἐκπαίδευσης μέ πανηγυρισμούς καί ὑπερφίαλη καυχησιολογία εἶναι τά σαθρά θεμέλια τοῦ οἰκοδομήματος τῆς νέας γενιᾶς.

  Οἱ νέοι δέν εἶναι ὑποκριτές, δόξα τῷ Θεῷ. Εἶναι ὅμως ὑπερβαλλόντως ἀναιδεῖς καί σπάταλοι, καθώς ἐμεῖς τούς ἐθίσαμε σ’ αὐτά. Ἔγραψα προηγουμένως γιά τήν ἁπλοποίηση τῆς ἐνδυμασίας. Αὐτή ἤδη κατέστη ἐξεζητημένη. Ἀγόρια καί κορίτσια στά πλαίσια, ὁπωσδήποτε, τῆς μόδας, αὐτοῦ τοῦ καταναγκασμοῦ τοῦ στερητικοῦ τῆς ἐλευθερίας τοῦ προσώπου, φοροῦν τύπο ρούχων τά ὁποῖα ὑφίστανται κατεργασία πρίν πουληθοῦν, ὥστε νά φαίνονται παλιωμένα. Ἡ κατεργασία αὐτή μέ χημικά ὑγρά καί ἀκτινοβόληση ἀφ’ ἑνός ἐπιβαρύνει τό περι- βάλλον χωρίς λόγο, ἀφ’ ἑτέρου αὐξάνει τό κόστος κατά 40%, ὅπως πληροφορήθηκα πρόσφατα καί ἔφριξα. Συνεπῶς οἱ νέοι ἐκδικοῦνται τούς ὑποκριτές μεγάλους ὄχι μόνο κυκλοφορώντας σάν «λέτσοι», ἀλλά καί προκαλώντας, μᾶλλον ἐν ἀγνοίᾳ τους, ἐντονότερη τήν οἰκονομική ἀφαίμαξη!

  Τά μνημόνια καλά κρατοῦν. Τά φορολογικά μέτρα διαδέχονται τά μέν τά δέ μέ ρυθμό πού προκαλεῖ ἔντονη τήν ἀνησυχία τοῦ πολίτη σέ κάθε ἐπαφή του μέ τό Κράτος. Ἡ ἀνεργία ἐκτινάσσεται στά ὕψη. Τά πτυχία καθίστανται χωρίς ἀντίκρισμα στήν ἐσωτερική ἀγορά ἐργασίας. Καί ὅμως ἡ σπατάλη σπατάλη. Οἱ ἀκόμη ἀποκαλούμενες ἐκπαιδευτικές ἐκδρομές τῶν Λυκείων εἶναι ἕνα ἀπό τά δείγματα τῆς σπατάλης αὐτῆς. Ἐνῶ γίνεται ἐναγώνια προσπάθεια νά ἑλκύσουμε περιηγητές ἀπό ἄλλες χῶρες, καθώς κανένας ἄλλος τομέας δέν παρέχει ὑποσχέσεις γιά βραχυπρόθεσμη θετική προο- πτική, δέν εἶναι λίγα τά σχολεῖα τῆς χώρας πού ἐπιλέγουν ξένη χώρα γιά τήν ἐκδρομή τους. Κόστος συμμετοχῆς ὁπωσ- δήποτε αὐξημένο καί ἐξαγωγή συναλλάγματος, ἀπό τό ἐλάχιστο πού μᾶς ἀπόμεινε μετά τήν ἀθρόα ἐξαγωγή τρομακτικῶν ποσῶν ἀπό τούς καθώς πρέπει μεσήλικες, πού ρήμαξαν τόν τόπο στήν προσπάθειά τους νά κτίσουν ἕναν κόσμο καλύτερο γιά τή νέα γενιά! Βέβαια ὑπάρχει ἀντίλογος, τόν ὁποῖο ἄκουσα κάπου: Τουλάχιστον στήν ξένη χώρα οἱ μαθητές δέν ξενυχτοῦν μεθοκοπώντας, ὥστε νά μήν εἶναι σέ θέση τήν ἑπομένη νά σταθοῦν στά πόδια τους. Νοσηρή κατάσταση κατά τίς ἄκρως ἀντιεκπαιδευτικές ἀπό τριακονταετίας τουλάχιστον ἐκδρομές ἐν γνώσει γονέων, ἐκπαιδευτικῶν (αὐτοπτῶν μαρτύρων) καί τοῦ ἁρμοδίου γιά τόν ἐκμαυλισμό τῆς νιότης Ὑπουργείου! Τελικά πῶς ἔχουμε τό θράσος οἱ μεγάλοι νά κατηγοροῦμε τούς νέους, τά θύματά μας;

  Στά πλαίσια τῆς προσπάθειάς της νά ἀνταποκριθεῖ στίς ἀπαιτήσεις τῶν δανειστῶν μας, ἡ Κυβέρνηση προβαίνει διαρκῶς σέ περικοπές τῶν χρηματοδοτήσεων πρός τίς κρατικές ὑπηρεσίες. Ἔτσι ἔχουν μειωθεῖ σημαντικά καί οἱ παροχές γιά τή λειτουργία τῶν πάσης φύσεως ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων. Στή Βόρεια Ἑλλάδα πολλά σχολεῖα ἀδυνατοῦν νά καλύψουν τίς δαπάνες θέρμανσης καί ἔχει προκληθεῖ σοβαρό πρόβλημα, καθώς οἱ συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν στίς σχολικές αἴθουσες ἐπιτείνουν τούς ἤδη ὑπάρχοντες λόγους, γιά νά μήν προσηλώνονται οἱ μαθητές στή διδασκαλία τοῦ μαθήματος. Οἱ ἄλλοι, γνωστοί ἀσφαλῶς, εἶναι: Τό ὑπερβολικά βεβαρυμένο, σχολικό καί ἐξωσχολικό, πρόγραμμα καί ἡ ἐκ τούτου ἐλλιπής ἐνασχόληση μέ τό παιχνίδι καί τήν ψυχαγωγία. Ἡ ὑποκατάσταση τοῦ ὑγιοῦς παιχνιδιοῦ, πού ψυχαγωγεῖ ἀληθινά τό παιδί, μέ τήν περιπλάνηση στό ἠλεκτρονικό παιχνίδι καί στό διαδίκτυο. Ἡ σέ βάθος αἴσθηση ὅτι οἱ μεγάλοι ἔχουν σκαρώσει ἄθλιο παιχνίδι σέ βάρος τῶν νέων καί ἐνῶ ὑποκριτικά ὁμιλοῦν γιά ἅμιλλα, ἐννοοῦν τήν ἄγρια διαπάλη γιά ἐπικράτηση μέ κάθε μέσο. Ἔχουν ἀντιληφθεῖ οἱ νέοι ὅτι πιέζονται, γιά νά δρέψουν οἱ μεγάλοι κοινωνική καταξίωση, ἄν ἀκόμη τό πτυχίο ἀποτελεῖ τίτλο οἰκογενειακῆς τιμῆς. Ἔχουν διαπιστώσει κατά τρόπο σαφῆ ὅτι τό μόνο πού φρόντισαν οἱ μεγάλοι νά τούς κληροδοτήσουν εἶναι χρέη!

  Ὀργανισμός μεγαλοτραπεζίτη, γνωστοῦ γιά τίς σκοτεινές παρεμβάσεις στίς χῶρες τῆς Βαλκανικῆς, προσέφερε πρόσφατα ποσότητα πετρελαίου γιά τή θέρμανση σχολικῶν αἰθουσῶν. Πληροφορήθηκα ὅτι στήν πόλη τῆς Νάουσας ἀρνήθηκαν νά δεχθοῦν τήν προσφορά! Μᾶλλον δέν ὑπάρχει μιμητής. Ἡ γνωστή ρήση τοῦ Βιργιλίου στήν Αἰνιάδα «φοβοῦ τοὺς Δαναοὺς καὶ δῶρα φέροντας» εἶναι ἄγνωστη στούς ἐπαῖτες Νεοέλληνες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐθιστεῖ στήν ἄλλη: «Ὅ,τι ἔχετε εὐχαρίστηση»!

  Οἱ κυβερνῶντες ἐπιχειροῦν νά ὑποβάλουν τούς πολίτες τῆς χώρας στήν ψευδαίσθηση ὅτι πορευόμαστε πρός τήν ἀνάκαμψη. Ἀλλά αὐτή θά ἔλθει, ὅταν οἱ νέοι μας ἀρχίσουν νά φοροῦν ροῦχα παλαιωμένα ἀπό τήν παρατεταμένη χρήση καί ὄχι παλαιούμενα μέ τεχνικά μέσα.

Ἀπ. Παπαδημητρίου

 biblion Στήν ἐποχή μας, ἐποχή πού τό παράλογο διεκδικεῖ μέ λογικοφανῆ ἐπιχειρή­ματα τή θέση τοῦ λογικοῦ, πού ἡ διαστροφή βαπτίζεται ἐλευθερία καί ἀναφαί­ρετο δικαίωμα, πού ἐν ὀλίγοις πραγματοποιεῖται καί πάλι ὁ προφητικός λόγος, ὅτι κη­ρύσ­σεται «τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν» (Ἠσ 5,20), δέν ἀποτελεῖ ἔκ­πλη­ξη ἡ ἀμνήστευση καί ἡ ἔντονη διαφήμιση ἀπό ποικίλους κύκλους τοῦ πάθους τῆς ὁ­μοφυ­λοφι­λίας.

  Οἱ Χριστιανοί ἔχουν χρέος καί εὐθύνη νά μή μισοῦν καί νά μήν ἀπορρίπτουν κα­νέναν συνάνθρωπό τους. Οὔτε φυσικά ἁρμόζει στούς πιστούς νά ἐπιχειροῦν νά περιο­ρί­σουν ἤ νά κατευθύνουν αὐταρχικά τίς ἐπιλογές κάποιου ἤ κάποιων. Δέν μποροῦν ὅμως καί νά μήν διαμαρτύρονται ἐνάντια σέ συμπεριφορές καί νοοτρο­πίες ὀλέθριες ὄχι μόνο γιά τήν γενιά μας, ἀλλά κυρίως γιά ὅσες ἀκολουθοῦν· τίς γενιές τοῦ αὔριο· τό μέλλον τοῦ τόπου μας.

  Γι’ αὐτό καί εἶναι ἀνάγκη νά ὑπομνησθοῦν ἐπί τοῦ θέματος ὁρισμένες κρί­σι­μες ἀλή­θειες: Κατ’ ἀρχήν πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι τό πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας δέν εἶναι φυσιο­λογική κατάσταση, ὅπως τόσο ἔντεχνα προσπα­θοῦν πολλοί ἐδῶ καί χρόνια νά μᾶς πεί­σουν. Ἀντίθετα εἶναι ἁμαρτία καί ἀποτέλε­σμα ἁμαρτίας. Εἶ­ναι, ὅπως τονίζει ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος, συνέπεια τῆς μωρίας καί τῆς ἀσέβειας τοῦ ἀν­θρώπου ἀπέναντι στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ (βλ. Ῥω 1,22-27). Μάλιστα ἡ ἁ­γία Γραφή ὑπογραμ­μίζει ὅτι τό συγκεκριμένο πάθος εἶναι «βδέλυ­γμα» (Λε 18,22) ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, δηλαδή ἀηδιαστική ἀποστρο­φή. Τό πάθος αὐτό ὁδήγησε στόν πλή­ρη, ἐξοντωτικό ἀφανι­σμό τίς πόλεις τῶν Σοδόμων καί τῆς Γομόρρας, οἱ ὁποῖες «πρόκεινται δεῖ­γμα», ὅπως τονίζει καί πάλι ἡ Γραφή (βλ. Ἰδ, 7)· δηλαδή ἀ­ποτε­λοῦν κανόνα καί γνώμονα, πού δείχνει ξεκάθαρα σέ ποιά, αἰώνια πλέ­ον, κα­τα­δίκη ὁδηγεῖ αὐτή ἡ ἀντί­θεη συμ­περιφορά. Καί ἀκόμη, ἡ ἁγία Γραφή ἐπιτρέ­πει νά ἐννοή­σουμε σαφῶς ὅτι τό συγ­κεκριμένο παρά φύσιν πάθος, ὅπως καί ἄλλα τέ­τοια, ἀ­φάνισαν  στήν ἀρχαιότητα ὁλόκληρα ἔθνη, πού ἀποσύρθη­καν ἐντελῶς ἀ­πό τό προσκήνιο τῆς ἱστορίας∙ ἐ­πειδή ἀκριβῶς προσβάλλει τήν ἴδια τήν ὑπό­σταση τοῦ ἀνθρώπου.

  Ὅλα ὅσα ἀναφέρθηκαν δέν ἀποτελοῦν ἀπειλή -δέν ἀπειλεῖ ὁ Θεός. Ἐπισημαί­νουν ἁπλῶς ὅτι τέτοιες καταστάσεις εἶναι, ὅπως λέχθηκε ἤδη, συνέπειες τῆς ἁμαρ­τίας, δηλαδή ἐσφαλ­μένων προσωπικῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός εἶναι μό­νο ἀγάπη καί ἔλεος. Ἔγινε ἄνθρωπος καί θυσιάσθηκε «ὑπέρ πάντων», γιά ὅλους μας, χωρίς προσωπο­ληψία. Ἀναστήθηκε ἀπό τούς νε­κρούς καί ἵδρυσε τήν Ἐκκλη­σία του, γιά νά ἀπο­τελέσει αὐτή πνευματικό ἰατρεῖο καί νο­σοκομεῖο· ὥστε ὅποιος θέλει, νά ἀπολαμ­βάνει ἐκεῖ λύτρωση καί αἰώνια ζωή. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ρητῶς: «Μὴ πλανᾶσθε· οὔ­τε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοι­χοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔ­τε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπα­γες βασιλεί­αν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι. Καὶ ταῦτά τινες ἦτε· ἀλλὰ ἀ­πελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιά­σθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόμα­τι τοῦ Κυ­ρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» (Α΄ Κο 6,9-11). Δη­λαδή ἡ ἁμαρτία, ἡ ὁποια­δή­πο­τε ἁμαρτία, θερα­πεύεται. Τήν θερα­πεύει ὁ Χριστός μέ τόν λόγο του καί μέ τό μυ­στήριο τοῦ Σώ­ματος καί τοῦ Αἵματός του. Δέν ἔχει ση­μασία πόσο καί πῶς ἤ­μα­σταν κάποτε δοῦ­λοι της. Αὐτό πού ἔχει σημα­σία εἶναι ἡ μετάνοιά μας. Ἡ ἀλ­λα­γή τῆς ζωῆς μας. Νά ἀποφασίσουμε ἐλεύ­θερα νά ἐγκατα­λεί­ψουμε τά πάθη μας, νά μισή­σου­με τήν πλάνη καί νά ἐπι­στρέ­ψουμε στό σπίτι τοῦ οὐράνιου Πα­τέ­ρα.

  Αὐτή εἶναι ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων καί αὐτή εἶναι ἡ πρόταση τῆς Ἐκκλησίας σ’ ὅ­ποιον καλο­προ­αίρετα θέλει νά ἀκούσει τόν λόγο της.

Εὐάγγελος Δάκας

Δρ Θεολογίας, Φιλόλογος

Τρίτη, 12 Αύγουστος 2014 03:00

Ἀπόλαυση ἡ ἀπόδραση;

limouzinaΞεφυλλίζοντας μία κυριακάτικη ἐ­­φημερίδα ἔπεσε τό μάτι μου σέ μία περίεργη διαφημιστική λεζάντα. Κά­τω ἀπό μία λιμουζίνα τρεῖς λέ­ξεις κι ἕνα θαυμαστικό: «Ἀ­πό­δραση στήν ἀπόλαυση!». Ἐ­κεῖ­νο πού μοῦ ἔκανε ἐντύπωση δέν ἦταν οὔτε ἡ λιμουζίνα οὔτε ἡ δελεαστική τιμή της. Ἦ­ταν ἐκεῖνο τό ἀσήμαντο «στήν». Ἴσως θά ἔ­χετε παρατηρήσει καί σεῖς ὅτι οἱ περισσότερες διαφημιστικές λεζάντες προσ­­καλοῦν σέ ἀπό­δρα­ση· μέ μία σο­­κο­λάτα, γιά παρά­δειγ­μα, ἤ μέ ἕνα κι­νητό τηλέφωνο ἤ μέ ἕ­να ταξίδι σέ κά­­ποιο παραδεισένιο νησί. Ἀλή­θεια, ἀπό ποῦ νά ἀπο­δρά­σου­­με καί για­­­τί;

Κι ἀφοῦ ἔ­χουν προ­­βλη­­­­­θεῖ ὅλα τά κα­­τανα­λω­­τικά ἀ­γα­θά ὡς μέ­σα ἀπό­δρα­σης, περάσαμε πλέ­­ον σέ... ἀπο­δρα­­­στι­κά μηνύματα νέου τύ­­που. Ἀ­πό­δρα­­­­ση ὄχι «μέ τί», ἀλλά ἀπόδραση «ποῦ». Κάναμε τήν ἴδια τήν ἀ­πό­δρα­ση στόχο. Ὅ­λη ἡ ζωή μας ἕνα συνεχές «ζάπινγκ» ἀγορῶν, ταξιδιῶν καί γνωριμιῶν. Ἀ­πό­λαυ­ση, λοιπόν, στήν... ἀπόδραση!

Δέν εἶναι τωρινή αὐτή ἡ τά­­ση φυ­γῆς. Ἀπό τό­­τε πού ἡ ἀν­ταρ­σία τοῦ Ἀδάμ «ἐ­­­ξέβαλε αὐ­­τόν τοῦ πα­ρα­δεί­σου τῆς τρυ­­φῆς», ἀπό τό­τε πού ὁ ἄν­θρωπος βγῆ­­­κε ἀπό τό φυσικό του περι­βάλ­λον, αὐ­τό τῆς «τρυ­φῆς» (= ἀ­πο­­­λαύ­­­­­σε­ως), ἀπό τό­­­τε νιώ­­θει φυλακι­σμέ­­νος. Ἄν καί ἄ­νοιξε ἡ θύρα καί ἀπο­δρά­σαμε ἐκεῖ ὅπου μπο­­­ροῦμε... ἐλεύθερα νά ἐπιλέγουμε ὅσα μᾶς ὑπαγορεύει ὁ διαβολέας τῆς ἀλήθειας, μᾶς κυ­νηγάει θαρ­ρεῖς ἡ κατάρα ἐ­κεί­νης τῆς πρώ­της ἀπόδρασης.

Μπαίνουμε σέ γαλέρες καί ἀ­νακαλύπτουμε νέες ἠπείρους. Δια­περ­νοῦ­με τήν ἀτμόσφαιρα καί ἐξε­ρευ­νοῦμε τό σύμπαν. Βυ­θι­ζό­μα­στε στά βάθη τῶν ὠ­κε­α­νῶν καί ἀνα­ζη­τοῦμε τή χαμένη ἀτ­λαν­­τί­­δα τῆς ζωῆς μας· τήν ἀρχή καί τό νόημά της. Κι ὅλο φεύγουμε κι ὅλο ψάχνουμε.

Ἡ ἐποχή μας ὅμως, ἡ «νέα», ὅπως συνεχῶς φροντίζουν ἀπό παντοῦ νά μᾶς τονίζουν, ἔχει προσ­δώσει κι αὐτή κάτι νέο σ᾿ αὐ­τήν τήν πανάρχαια τάση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπειδή ἡ ἔ­ρευ­να κρύ­­­­­­­βει καί τό φόβο τῆς ἀνα­κά­λυψης, μέ ἕνα τέχνασμα δια-­βο­λικό, τό σύνθημα πλέον ἔ­γι­­νε ὄχι «φύγε γιά νά ψάξεις», ἀλ­λά «φύ­γε γιά νά φύγεις».

Διότι, ἄν μᾶς ἄφηναν ἀληθινά ἐλεύθερους νά ψάξουμε, θά βρίσκαμε ὅτι σέ κάποια στιγμή τῆς ἱστορίας συνέβη μία οὐ­σι­α­­στική ἀπόδραση ἀπ᾿ αὐτή τή φυ­­λακή πού κρατᾶ δέσμια ὁλό­κληρη τήν ἀνθρωπότητα. «Ἀ­νέ­βη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ» καί «τήν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμ­­­­­παθῶς ἀνυψώσας τῷ Πα­τρί συ­ν­­εκάθισεν».

Καί ἄν θά ἔπρεπε καί ἡ Ἐκ­­κλη­­σία στή δική της... λεζάν­τα νά ση­μειώσει «ποῦ», θά ἔγρα­φε «ἔν­­θα ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός». Αὐτό δέν ἀπο­τε­λεῖ καί τήν ἀληθινή ἀναζήτηση καί ἀπό­λαυση κάθε ἀνθρώπου;

Δια-κριτικός

Ἀπολύτρωσις 60 (2005) 204

Τρίτη, 13 Ιανουάριος 2015 02:00

Βρίσκοντας τή θέση μας

 Ὁ δρόμος πού περπατάει κανείς γιά νά φτιάξει τόν ἑαυτό του εἶναι μακρύς. Καί σκοτεινός καί ἐπίπονος. Γιά πολλούς γίνεται καί ἀδιέξοδος, δέν βγάζει τελικά πουθενά· στριφογυρνοῦν ἔτσι γιά πάντα στάδια κλειστά μονοπάτια.
grafi Ἐκείνη ἡ μέρα ἦταν ἐξαιρετική γιά τήν ἀνθρωπότητα. Μέσα σέ βροντές, ἀστραπές, γνόφο καί θύελλα δόθηκαν πάνω στό Σινᾶ τά σήματα γι’ αὐτήν τήν πορεία. Ἦταν δέκα. Δέκα σημάδια γιά νά μήν περιπλανηθοῦμε, δέκα φωνές γιά νά μήν ξεχαστοῦμε, δέκα ἐντολές γιά νά μήν παγιδευτοῦμε. Δέκα φωτεινά ἄστρα γιά νά μή χαθοῦμε.
 Καί παρ᾿ ὅλο πού φαίνεται νά ὑπάρχει μεταξύ τῶν δέκα μιά διαβάθμιση ἀπ’ τίς περισσότερο στίς λιγότερο σημαντικές -ἄλλο, ἄς ποῦμε, εἶναι νά λατρεύεις πολλούς θεούς ἀντί γιά τόν Ἕνα, κι ἄλλο νά ἐπιθυμεῖς τό σπίτι τοῦ διπλανοῦ σου- ὡστόσο καί οἱ δέκα ἔχουν τή δική τους ξεχωριστή μοναδικότητα, δέν ἐπικαλύπτει καί δέν ὑποκαθιστᾶ ἡ μία τήν ἄλλη.
 Οἱ τέσσερις πρῶτες προσανατολίζουν τή σχέση μας μέ τόν Θεό. Οἱ πέντε ἑπόμενες μέ τόν ἄνθρωπο. Ἡ τελευταία, ἡ δεκάτη, εἶναι πιό δυσανάγνωστη. Σέ ποιόν ἀφορᾶ καί τί προσθέτει τό «οὐκ ἐπιθυμήσεις» στή σχέση μας μέ τούς ἄλλους, ὅταν ἤδη, μέ τό «τίμα τόν πατέρα σου», ἔχει διασφαλιστεῖ ἡ τιμή τους· μέ τό «οὐ φονεύσεις» ἔχει ἐξασφαλιστεῖ ἡ ζωή τους· μέ τό «οὐ μοιχεύσεις» ἔχει σταθεροποιηθεῖ ἡ συζυγική τους ταυτότητα· μέ τό «οὐ κλέψεις» ἔχει διασωθεῖ ἡ περιουσία τους καί μέ τό «οὐ ψευδομαρτυρήσεις» ἔχει περιφρουρηθεῖ ἡ κοινωνική τους ὑπόσταση;
 Σέ μιά πρώτη ἀνάγνωση ἡ ἐντολή φαίνεται νά ἔχει σχέση μέ τή ζήλεια καί τό φθόνο, ἑπομένως ἀφορᾶ σέ δύο πρόσωπα καί πρῶτα-πρῶτα στόν ἑαυτό μας. Ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος βλέπει ζηλόφθονα τά πρόσωπα καί τά πράγματα πού κατέχει ὁ διπλανός του αὐτοκαταστρέφεται καί αὐτοδιαλύεται. Ἀφορᾶ ὅμως καί στόν ἄλλον. Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ ἀρνητική ἐπίδραση πού ἐκπέμπει ἀκόμα κι ἕνα φθονερό βλέμμα, ὥστε ἔχει τή δύναμη νά διαλύσει τόν ἄλλον. Γι’ αὐτό σοφά ἔλεγαν οἱ ἀσκητές: «Μή συγκατοικεῖς μέ φθονερό ἄνθρωπο ἄν θέλεις νά προχωρήσεις στήν προκοπή».
 Σέ μιά δεύτερη ἀνάγνωση, ἡ ἐντολή ἀφήνει πίσω τό φθόνο καί προχωρεῖ σέ κάτι λεπτότερο. Τά ἀγαθά τοῦ ἄλλου μπορεῖ νά μήν τά φθονεῖς, ἀλλά ἁπλῶς νά τά ὀνειρεύεσαι. Νά σκέφτεσαι, νά φαντάζεσαι, νά ὑποθέτεις πόσο ὡραία θά ἦταν ἡ ζωή σου μ’ αὐτά. Καί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση ἡ ἐντολή ἀφορᾶ πρῶτα στόν ἑαυτό μας. Ἡ ἐπιθυμία ἀφαιρεῖ ἀπό μέσα μας κάτι πολύ ζωτικό, τό αἴσθημα τῆς ἐπάρκειας πού ἀξίζει νά ἔχουμε γιά ὁτιδήποτε μικρό ἤ μεγάλο κατέχουμε. Ποτέ δέν θά μπορέσουμε νά βροῦμε τόν ἑαυτό μας, τά προσόντα μας, τήν ταυτότητά μας, νά βροῦμε τή θέση μας σ’ αὐτόν τόν κόσμο ἄν συνεχῶς κρυφοκοιτάζουμε ἀπ’ τίς χαραμάδες τῆς ἐπιθυμίας τί κάνουν καί τί ἔχουν οἱ ἄλλοι.
 Τό «οὐκ ἐπιθυμήσεις» ὅμως ξεκινώντας ἀπό μᾶς ἀφορᾶ καί στούς ἄλλους πρός τούς ὁποίους στρέφεται. Ὅταν ἡ ζωή καί τά ἀγαθά τῶν ἄλλων εἶναι στό κέντρο τῶν ὀνείρων μας, αὐτό, κατά ἕνα περίεργο τρόπο, αὐτοί οἱ ἄλλοι τό ξέρουν. Ξέρουν ὅτι τούς κάναμε εἴδωλα. Κι αὐτό τούς ἀδικεῖ ἀφάνταστα, διότι ἀφαιρεῖ ἀπό μέσα τους τό αἴσθημα τῆς ἀνεπάρκειας πού θά ἔπρεπε νά ζοῦν μέσα ἀπ’ ὅλα αὐτά τά ἀγαθά τους, ὥστε νά βροῦν κι αὐτοί σωστά τή θέση τους στόν κόσμο.
 Ἡ ἐπιθυμία, λοιπόν, ξεγελώντας ἐμᾶς μέ ἕνα ὑποθετικό αἴσθημα αὐτάρκειας πού θά εἴχαμε, ἄν εἴχαμε τά ἀγαθά τοῦ διπλανοῦ, καί παραδίδοντας στόν διπλανό ἕνα πλασματικό αἴσθημα αὐτάρκειας, ἀφοῦ ἔχει αὐτά πού θά θέλαμε νά ἔχουμε ἐμεῖς, δρᾶ σέ κάθε πλευρά καταστρεπτικά, διότι ἀπό ὅλους μας ἀφαιρεῖ τό αἴσθημα τῆς ὀλιγάρκειας καί τῆς πτωχείας πού θά μᾶς ὁδηγοῦσε μέ ἀκρίβεια στήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ.
 Αὐτήν τήν τρίτη ὁλοκληρωμένη πιά ἀνάγνωση τῆς ἐντολῆς μᾶς προσφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος πού δέν ξεχωρίζει αὐτούς πού ἔχουν ἀπ’ αὐτούς πού δέν ἔχουν, διότι ὅλους τούς τοποθετεῖ κάτω ἀπ’ τό σωστό πρίσμα· ὅτι ὁ καιρός εἶναι συνεσταλμένος, περιορισμένος καί τό σχῆμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου ρευστό καί φευγαλέο μπροστά στήν αἰωνιότητα.
 Εἴτε, λοιπόν, τρέχουμε πίσω ἀπό διάφορους θεούς, εἴτε ἐπιθυμοῦμε τό σπίτι τοῦ διπλανοῦ μας, τό διακύβευμα τελικά εἶναι ἕνα: μήπως χάσουμε τό δρόμο γιά τόν Ἕνα, ἀληθινό Θεό.
Ζωή Γούλα
Φιλόλογος

 

 

Πέμπτη, 19 Ιούνιος 2014 03:00

Τούς καιρούς καταμάνθανε...

agonizestheΜέσα στόν παγκόσμιο ἀνασχηματισμό, πού ἤδη ξεκίνησε σέ ταχεῖς ρυθμούς, διαλέγουμε τή θέση πού θά καταλάβουμε. Συνειδητοποιημένα ἤ ὄχι, ἀξιολογοῦμε τή μέχρι τώρα θέση μας. Καί οἱ λέξεις, πού τόσο πυκνά ἀλλά καί ἐκκεντρικά πολλές φορές χρησιμοποιοῦνται, ζητοῦν τήν πραγματική τους ἔννοια. Τί σημαίνει παγκοσμιοποίηση; Τί οἰκουμενισμός; Τί παράδοση; Ποιό εἶναι τό αὐθεντικό, τό ἀναλλοίωτο;
  Ὁ χριστιανός ἀσφαλῶς, ὡς μέρος τοῦ κόσμου τούτου, δέχεται ὅλες τίς προσκλήσεις καί τίς προκλήσεις του. Εἶναι, ὅμως, προετοιμασμένος νά τίς ἀντιμετωπίσει ὡς πολίτης τοῦ οὐρανοῦ; Γι᾿ αὐτό καί κρίνεται ἀπαραίτητο ἀπό τόν ἅγιο Ἰγνάτιο νά ἀναγνωρίζει καί νά ξεχωρίζει μέ σοφία καί σύνεση τί εἶναι τοῦ Θεοῦ καί τί τοῦ κόσμου. Τό ἄθλημα αὐτό χρειάζεται προετοιμασία καί ἄσκηση, καθώς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας: «...οὐ πεισμονῆς τό ἔργον, ἀλλά, μεγέθους ἐστιν ὁ χριστιανισμός, ὅταν μισεῖται ὑπό κόσμου» (Ἰγνάτιος, πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή).
 Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκει κανείς πώς ὑπάρχει μιά διαφοροποίηση ἀνάμεσα σέ μᾶς καί στούς πρώτους χριστιανούς. Σήμερα ἐπιθυμοῦμε τόν χριστιανισμό καί τόν τύπο τοῦ χριστιανοῦ νά «τά ᾿χει καλά» μέ τόν κόσμο, μέ ὅλο τόν κόσμο. Προπαντός νά μή «μισεῖται ὑπό κόσμου» κι ἄς ὑπογράμμισε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος· «ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ» (Ἰω 8,23), «εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἄν τό ἴδιον ἐφίλει...» (Ἰω 15, 18). Κι ὅμως· παλεύουμε, σήμερα, μέ κάθε τρόπο νά ἀποδείξουμε τήν ὁμοιότητά μας(!) μέ ὅλο τόν κόσμο, νά βεβαιώσουμε πώς δέν ἔχουμε διαφορές, κι ἄς εἴμαστε οἱ ὀρθόδοξοι τῆς ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, νά ἑνώσουμε -πῶς;- τά διεστῶτα. Αὐτό εἶναι πασιφανές στήν ὀρθόδοξη χριστιανική κοινωνία μας, στήν τέχνη, στήν ἐκπαίδευση, στήν καθημερινή μας ζωή. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε νά χαρακτηρισθοῦμε ὡς φονταμενταλιστές. Ἄλλωστε, οἱ ὅροι αὐτοί εἶναι τόσο τῆς μόδας! Σέ «βάζουν» καί δέν σέ «βγάζουν» ἀπό τό σύνολο. Οἱ ἐκλεπτυσμένες τεχνικές πού χρησιμοποιοῦνται γι᾿ αὐτό τό σκοπό ἔχουν μορφή ἰδιαίτερα ἑλκυστική. Τό κίνημα πού φέρνει τούς λαούς κοντά, καταργώντας οὐσιαστικά πράγματα τῆς παράδοσης, παραμένει φαινομενικά κίνημα προθέσεων ἀνθρωπιστικῶν, οὐμανιστικῶν. Καί καλεῖ ὅλους νά ἄρουν τίς διαφορές στήν πίστη, ὁδηγώντας ἀπό τήν ἀποκάλυψη, πού ὄντως εἶναι, στήν ἰδεολογοποίηση τῆς ἀλήθειας τῆς χριστιανικῆς. Στό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας καί τοῦ πλουραλισμοῦ καλούμαστε, ἀθέατα ἀλλ᾿ οὐσιαστικά, σ᾿ ἕνα νέο τύπο παγκόσμιου κομφορμισμοῦ, πού ἐπίμονα ἀρνούμαστε ὡς ἔννοια καί πράξη.
 Στή διαδικασία τῆς πειθοῦς ἡ παράδοση τῆς Παράδοσης, τῆς ὀρθόδοξης Παράδοσης, γίνεται ἔντεχνα καί μεθοδικά. «Ἰδέ, ἐν τίνι ἡ ἰσχύς αὐτοῦ ἡ μεγάλη καί ἐν τίνι δυνησόμεθα αὐτῷ!» (Κρ 6,5)}· «καί ἀνήγγειλεν αὐτῇ πᾶσαν τήν καρδίαν αὐτοῦ» (Κρ 6,17). Ἡ ἰσχύς, ἡ δύναμη τῆς Ὀρθοδοξίας ἦταν πάντα μαζί μέ τό δόγμα καί ἡ ἀσκητική τοῦ Σταυροῦ. Ἄν ὅλες οἱ ὁμολογίες εἶναι ἰσότιμες γιά τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας, τότε ποιά ἀναγκαιότητα νά μείνει κανείς σταθερός στήν πίστη ἐκείνη πού ἡ ἐμπειρική πρακτική της τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τόν ὑπόλοιπο κόσμο; Γιά ποιό λόγο νά θεωρεῖται «μισούμενος» ἤ δακτυλοδεικτούμενος γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μόνῃ τῇ χριστιανικῇ τροφῇ χρῆσθε, ἀλλοτρίας δέ βοτάνης ἀπέχεσθε, ἥτις ἐστίν αἵρεσις», γράφει πάλι ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος πρός τούς Τραλλιανούς. Ὁ λόγος του πρός τόν μαθητή του Πολύκαρπο φθάνει ἐπιτακτικός στά ἀφτιά μας: «στῆθι ἑδραῖος, πλέον σπουδαῖος γίνου, οὗ εἶ...». Τότε θά προλάβουμε «τούς καιρούς» χωρίς νά ξαφνιαστοῦμε, ἄν σπουδάζουμε νά βρεθοῦμε «κατηρτισμένοι ἐν ἀκινήτῳ πίστει» (Ἰγνάτιος, πρός Σμυρναίους Ἐπιστολή)· στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.
Κύριλλος
Ἀπολύτρωσις 61 (2006) 311-312
Σάββατο, 19 Ιούλιος 2014 03:00

Πλαστικοποίηση

plastikaΠρασίνισε ἡ φύση κι ἄρχισαν οἱ φωνές ἀπό τό ξύπνημά της νά φτάνουν στ᾿ αὐτιά μου. Τό ἄνοιγμα τοῦ παραθύρου μου τό περιμένει ἀνυπόμονα ἡ μύγα καί ἡ μέλισσα, γιά νά μέ παρασύρουν στό ξαναζωντάνεμά τους. Ἀ­νοίγω καί τά δέχομαι ὅλα. Μά πιό πολύ περιμένω τίς φωνές τῶν παιδιῶν τῆς γειτονιᾶς. Περίεργο ὅμως, ἄκαιρο, δέν ἀκούγεται τίποτα, οὔτε καί καμιά μπάλα δέν ξεφεύγει στό χαμηλό μπαλκόνι μου. Ὅλα βουβά καί κρύα, χειμωνιάτικα.
 Στήν ἀπέναντι γωνία, πού βλέπει στόν κεντρικό δρόμο, τό κατάστημα πού ἑτοιμαζόταν ἀπό καιρό ἄρχισε νά λειτουργεῖ. Ἐκεῖ βρῆκα καί τά παιδιά. Σ᾿ ἕναν χῶρο κλειστό, κάτι μεταξύ καφετερίας καί λούνα πάρκ. Στά μεγάλα τζάμια τῆς βιτρίνας πολύ πετυχημένες παραστάσεις ἀπό παραμύθια μέ ζῶα, πουλιά, δάση κ.ἄ., πού ἀπομόνωναν τό ἴδιο πετυχημένα ὅσους βρίσκονταν μέ­σα. Πίσω ἀπό ἕνα “ζωντανό” πουλί δι­έ­κρινα ἕναν πιτσιρίκο, πού προσπαθοῦσε νά σκαρφαλώσει σ᾿ ἕνα πράσινο, πλαστικό κατασκεύασμα πού μᾶλ­λον παρίστανε τό δέντρο.
 Στό πάτωμα ἀμέτρητες πολύχρωμες μπάλες -εὔχρηστες βόμβες γιά βίαιους, παιδικούς, ἐκτονωτικούς πολέμους- δη­μιουργοῦσαν στό βάδισμα μιά πλήρη ἀβεβαιότητα. Ἐκεῖ τά παιδιά, στούς παι­δότοπους ὅπως τά λένε, «παίζουν» ἀσφαλισμένα καί οἱ μεγάλοι δίπλα τά περιμένουν πίνοντας καφέ, κάτω ἀπό τίς ἐξαγριωμένες φωνές τῶν εὐτυχισμένων παιδιῶν.
 Ἕνα κοριτσάκι πίσω ἀπό ἕνα πλέ­γ­­μα -αὐτό ἐκτός ἀπό φυλακή τί ἄλλο θά μποροῦσε νά θέλει νά μιμηθεῖ;- μέ κοιτάζει μέ βλέμμα κουρασμένο. Πόσους τέτοιους πλαστικούς παραδείσους εἶναι καταδικασμένο νά ἐπισκεφτεῖ ἀκόμα;
 Στή σκέψη μου ἦρθε τό «σταμάτα, δάσκαλε, νά ἀκούσουμε τό πουλί» καί θέλω κι ἐγώ νά φωνάξω: «Σταματῆστε νά φυλακίζετε τά παιδιά μέσα σέ εἰκονικούς παραδείσους. Σταματῆστε νά τούς κρύβετε τό στέρεο χῶμα μέ μιά ρευστή πλαστικότητα. Σταματῆστε νά ἁ­πλώνετε ἀπό πάνω τους γαλάζιες ζελατίνες καί ἀφῆστε τα νά μποροῦν ἐ­λεύ­θερα, πατώντας στή γῆ νά στρέφονται πρός τόν οὐρανό».
Δέν μᾶς κούρασαν τά πλαστικά χαμόγελα καί οἱ συνθετικές ἐπικοινωνίες; Γιατί καταδικάζουμε τίς ἑπόμενες γενιές σέ μιά καθολική πλαστικοποίηση;
Δια-κριτικός
 
 
Κυριακή, 21 Αύγουστος 2016 03:00

Ψάχνοντας γιά τόν Θεό

dromosΝαί, ἔψαχνα τόν Θεό. Τόσο ἐγώ ὅσο κι ἡ γυναίκα μου ἡ Μαίρη νιώθαμε πώς κάτι λείπει ἀπό τήν κατά τά ἄλλα εὐτυχισμένη ζωή μας. Κι αὐτό τό ἄδειο κομμάτι ἦταν ἀνυπόφορο.
 Οἱ θρησκεῖες στή σύγχρονη πολυποίκιλη Ἀμερική συνθέτουν ἕνα πάζλ μέ χιλιάδες κομμάτια, πού ὅλα μιλᾶνε γιά Θεό. Ὅμως ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά εἶναι σέ ὅλα. Τό νά ψάχνεις νά βρεῖς τό σωστό εἶναι σάν νά ψάχνεις βελόνα στά ἄχυρα. Κάτι, ὡστόσο, μᾶς ἔλεγε πώς μόνο ἕνα εἶναι ἀληθινό.
 Προερχόμασταν ἀπό οἰκογένειες προτεσταντῶν καί πηγαίναμε τακτικά στήν ἐκκλησία. Μόνο πού ἐκεῖ ἡ κυριακάτικη σύναξη ἄλλοτε ἔμοιαζε μέ διάλεξη κι ἄλλοτε μέ χοροεσπερίδα. Ὕστερα, αὐτή ἡ ἀντίληψη ὅτι Θεός εἶναι ὅ,τι ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας κι ὁ καθένας Τόν ἀντιλαμβάνεται διαφορετικά...
 Δέν χρειάστηκε παρά κοινή λογική γιά νά ἀποκλείσουμε τά 22.000 προτεσταντικά παρακλάδια. Ὁ Θεός πρέπει νά ’ναι κάτι πιό σαφές καί πιό συγ- κεκριμένο. Ἔτσι στραφήκαμε στίς ἀνατολικές θρησκεῖες. Ἐλπίζοντας πώς ὁ Θεός βρισκόταν στό μυστικισμό τῆς Ἀνατολῆς, ἀσπαστήκαμε τόν ἰνδουισμό. Ἀλλά δέν ἦταν οὔτε ἐκεῖ. Κάπου ἐκεῖ οἱ δρόμοι ἀναζήτησης μέ τή Μαίρη, σταμάτησαν νά εἶναι κοινοί. Ἐκείνη στράφηκε στόν καθολικισμό. Ἐγώ, πάλι, δέν τόν ἐμπιστεύτηκα ποτέ.
Μόλις εἶχα ἀνακαλύψει ἕναν μικρό ὀρθόδοξο ναό, ὄχι μακριά ἀπό τό καινούργιο μας σπίτι. Ὁ ἱερέας ἦταν ἕνα συμπαθητικό γεροντάκι ἀπό τή Ρωσία. Σκέφτηκα νά δοκιμάσω. Ξυπνοῦσα νωρίτερα τό πρωί γιά νά πάω στήν ἐκκλησία πρίν ἀπό τή δουλειά. Ὅμως δέν ἔνιωσα αὐτό πού περίμενα.
 Τό διάστημα ἐκεῖνο εἴχαμε ἀποκτήσει τό τρίτο μας παιδί, ἕνα χαριτωμένο κοριτσάκι πού, ὅπως ἔδειξαν οἱ ἐξετάσεις, ἦταν ἐντελῶς κουφό. Τά νέα ἔπεσαν στό κεφάλι μας σάν κεραυνός. Μόλις εἴχαμε ἀρχίσει νά συνειδητοποιοῦμε πόσο αὐτό θά ἄλλαζε τή ζωή μας. Ἀποφασίσαμε νά τό ἀντιμετωπίσουμε πολιτισμένα καί ψύχραιμα. Συμφωνήσαμε ὅτι πρέπει νά ἀποδεχτοῦμε ὅτι θά ἔχουμε ἕνα ἀνάπηρο παιδί κι ἀρχίσαμε νά ψάχνουμε πληροφορίες γιά εἰδικά σχολεῖα καί εἰδική ἐκπαίδευση. Ἤμουν πολύ ἀπογοητευμένος.
 Ἐκεῖνο τό πρωί ἀποφάσισα νά πάω στήν ὀρθόδοξη ἐκκλησία γιά τελευταία φορά. Δέν περίμενα τίποτα. Ἁπλῶς σκέφτηκα νά ἀποχαιρετήσω τόν γέροντα ἱερέα, πού ἦταν πάντα πολύ εὐγενικός, καί νά τόν ἐνημερώσω ὅτι δέν θά ξαναπάω. Ἐκεῖνος μέ πλησίασε καί μίλησε πρῶτος πρίν προλάβω νά τοῦ πῶ ὁτιδήποτε.
 «Σάμ, φαίνεσαι πολύ στενοχωρημένος, τί σοῦ συμβαίνει, παιδί μου;». Ἔτσι, τοῦ ἐξήγησα τό πρόβλημα μέ τό μω- ρό. «Πώ, πώ, λυπᾶμαι πολύ. Ὅμως, φέρ’ το νά τοῦ διαβάσουμε μία εὐχή». Δέν ἀντέδρασα γιά νά μή φανῶ ἀγενής. «Ἐντάξει, εἶπα στόν ἑαυτό μου, δέν χάλασε ὁ κόσμος μέ μία ἀκόμη μέρα. Θά τόν ἀποχαιρετήσω αὔριο». Ἔτσι πῆγα τή μικρή στήν ἐκκλησία καί τῆς διάβασε τήν εὐχή. Εἶχα ἀργήσει κι ἔφυγα βιαστικός. Θά τόν ἀποχαιρετοῦσα τήν ἑπόμενη μέρα.
 Τό ἀπόγευμα εἶχε προγραμματιστεῖ μία ἐπαναληπτική ἐξέταση στό μωρό. Δέν περιμέναμε τίποτα, ἁπλῶς μιά τελική ἐπιβεβαίωση τῆς ἤδη διαπιστωμένης βλάβης. Ὅταν στίς 4 μ.μ. χτύπησε τό τηλέφωνο στή δουλειά κι ἄκουσα τή φωνή τῆς Μαίρης νά μοῦ λέει πώς οἱ ἐξετάσεις τῆς μικρῆς ἦταν φυσιολογικές, μοῦ φάνηκε σάν παραλήρημα, σχεδόν θύμωσα μαζί της:
 - Μαίρη, σέ παρακαλῶ! τῆς εἶπα σέ αὐστηρό τόνο. Τά ἔχουμε συζητήσει χιλιάδες φορές καί συμφωνήσαμε ὅτι θ’ ἀποδεχτοῦμε τό παιδί μας ὅπως εἶναι, χωρίς νά τρελαινόμαστε!
 - Σάμ, μέ διέκοψε ἐκείνη, δέν κατάλαβες. Ἡ Ἄνι ἀκούει!!!
 Γύρισα στό σπίτι σάν ἀστραπή χωρίς νά ἔχω πιστέψει λέξη ἀπ’ ὅλα αὐτά. Δέν ἦταν λογικό νά συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οὔτε περίμενα ὅτι θά περνοῦσα ὅλο τό ἀπόγευμα προκαλώντας ἀκουστικά ἐρεθίσματα στή μικρή Ἄνι, ἡ ὁποία ὅμως τώρα πιά ἀνταποκρινόταν! Μέσα στήν ἀνείπωτη χαρά μου, θυμήθηκα τόν ἱερέα καί τήν εὐχή πού διάβασε στό μωρό τό ἴδιο πρωί κι ἔτρεξα νά τόν εὐχαριστήσω. Ὅμως ἐκεῖνος ἀπάντησε ἁπλά:
 - Ὄχι ἐγώ, ἐγώ δέν ἔκανα τίποτα, παιδί μου. Ὁ Θεός ἔκανε καλά τήν Ἄνι, Αὐτόν πρέπει νά εὐχαριστήσουμε κι οἱ δυό.
 Τότε σκέφτηκα: «Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινά ταπεινός, δέν μπορεῖ παρά ἐδῶ νά ἀναπαύεται ὁ Θεός».
 ... ... ... ...
 Σέ λίγο διάστημα, ὁ Σάμ σάν δεύτερος Κορνήλιος, βαπτίστηκε ὀρθόδοξος, ὅπως καί ὅλη ἡ οἰκογένειά του. Πρίν λίγα χρόνια ἦρθε στήν Ἑλλάδα γιά νά σπουδάσει Θεολογία, μέ σκοπό νά ἐπιστρέψει στήν πατρίδα του ὡς ὀρθόδοξος ἱερέας. «Γιατί», ὅπως λέει ὁ Σάμ, «ὅταν ψάχνεις γιά τόν Θεό, ἔρχεται νά σέ βρεῖ Ἐκεῖνος».

Mαρτινιανή
Πέμπτη, 19 Ιούνιος 2014 03:00

Μάθημα ἀπό τόν Κυβερνήτη

kapodistrias 2«...Ἐλπίζω ὅτι ὅσοι ἐξ ὑμῶν συμμετάσχουν εἰς τήν Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μετ᾽ ἐμοῦ τάς παρούσας περιστάσεις... Ὅσοι λοιπόν εὑρίσκονται εἰς δημόσια ὑπουργήματα δέν εἶναι δυνατόν νά λαμβάνουν μισθούς ἀναλόγως μέ τόν βαθμόν τοῦ ὑψηλοῦ ὑπουργήματός των καί μέ τάς ἐκδουλεύσεις των, ἀλλ᾽ ὅτι οἱ μισθοί οὗτοι πρέπει νά ἀναλογοῦν ἀκριβῶς μέ τά χρηματικά μέσα τά ὁποῖα ἔχει ἡ Κυβέρνησις εἰς τήν ἐξουσίαν της...
 Ὅσον δι᾽ ἐμέ, ἐφ᾽ ὅσον τά ἰδιαίτερα εἰσοδήματά μου ἀρκοῦν διά νά ζήσω, ἀρνοῦμαι νά ἐγγίσω μέχρι καί τοῦ ὀβολοῦ τά δημόσια χρήματα, ἐνῶ εὑρισκόμεθα εἰς τό μέσον ἐρειπίων καί ἀνθρώπων βυθισμένων εἰς ἐσχάτην πενίαν».
 Δέν πρόκειται γιά σύγχρονο πρωθυπουργικό διάγγελμα «διά τάς παρούσας περιστάσεις» τῆς κρίσης πού διέρχεται ἡ χώρα μας. Δέν ὑπάρχει ἄλλωστε ἡ δυνατότητα (γιά πολλούς λόγους) νά ἀποδοθεῖ σέ τέτοια γλωσσική μορφή!...
 Τό κείμενο εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό ἀγόρευση τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια στήν Δ΄ Ἐθνοσυνέλευση τοῦ Ἄργους τό 1829.
 Τραγικά ἐπίκαιρα ἀκούγονται τά λόγια τοῦ πρώτου Κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδας στίς μέρες μας. Πόσο ξαστοχήσαμε ἀπό τόν κανόνα πού ὁ ἴδιος θεωροῦσε ἰδανικό στίς τότε περιστάσεις!...
 «Εἰς τό μέσον ἐρειπίων καί ἀνθρώπων βυθισμένων εἰς ἐσχάτην πενίαν», κάποιοι, ὄχι ἁπλῶς δέν ἀρνοῦνται νά ἀγγίξουν τά δημόσια χρήματα, ἀλλά καυχῶνται ἀνερυθρίαστα ὅτι τά κατασπατάλησαν μέχρις ὀβολοῦ... Ξύπνα, κυβερνήτη Καποδίστρια... ξύπνα γιά νά μᾶς ἀφυπνίσεις ἀπό τό λήθαργο! Ξύπνα προτοῦ νά εἶναι πολύ ἀργά...

Παρασκευή, 14 Αύγουστος 2020 03:00

Αὐτός μέ παρακολουθεῖ

matia theouΚαθισμένος στήν αἴθουσα ἀναμονῆς τοῦ ἰατρείου, περίμενα ὑπομονετικά νά ᾿ρθει ἡ σειρά μου γιά νά μπῶ στήν ἐξεταστική αἴθουσα. ῎Αλλα τέσσερα ἄτομα περίμεναν ἐπίσης νά συναντήσουν τόν πραγματικά ἀξιόλογο γιατρό μας.
- ῎Ερχεστε πρώτη φορά; μέ ρώτησε ὁ κύριος πού καθόταν ἀπέναντί μου.
Δέν εἶχα διάθεση γιά συζήτηση, ἀλλά ἀπάντησα εὐγενικά·
- ῎Οχι, ἔχω ξανάρθει.
- Μάλιστα, μάλιστα, ἐπανέλαβε φανερά εὐχαριστημένος ἀπό τήν ἀπάντηση. Ξέρετε, εἶναι καλός καί φημισμένος γιατρός. ᾿Εμένα αὐτός μέ παρακολουθεῖ, τόνισε μέ ἔμφαση καί μέ καμάρι μαζί.
῾Ο ἡλικιωμένος κύριος συνέχισε νά μοῦ μιλᾶ γιά τά προβλήματα τῆς ὑγείας, πού ἀκολουθοῦσαν τήν πορεία τῆς ζωῆς του. Τόν ἄκουγα εὐγενικά. ῾Η σκέψη μου ὅμως εἶχε σταθεῖ στήν καύχησή του· «Αὐτός μέ παρακολουθεῖ».
Πόση ἐλπίδα κρυβόταν μέσα σέ δύο-τρεῖς λέξεις, πόση πεποίθηση γιά τήν ἀξία τοῦ ἐπιστήμονα καί τά προσόντα του!
«Ξέρετε... αὐτός μέ παρακολουθεῖ». Αὐτός πού ξεχωρίζει στόν τομέα του, πού ἔχει περγαμηνές κι ἐπιτυχίες, πού τόν γνωρίζουν πολλοί. Αὐτός πού ἔχει δύναμη «νά κάνει κάτι», πού θά μέ προσέξει, θά ἀκούσει τό πρόβλημά μου. Αὐτός πού θά δώσει τήν καλύτερη δυνατή λύση.
«Αὐτός μέ παρακολουθεῖ».
᾿Εμένα, πού δέν φαντάστηκα πώς θά χρειαζόμουν νοσηλεία, πού μέχρι χθές δέν μοῦ πέρασε ἀπό τό μυαλό πώς ἴσως καί νά χρειαζόμουν βοήθεια, πώς ἴσως νά χτυποῦσε τήν πόρτα μου ἡ ἀνημπόρια. ᾿Εμένα, πού φοβᾶμαι τό αὔριο, πού φοβᾶμαι ἴσως τή διάγνωση, πού ἴσως ἀναρωτιέμαι γιά τή θεραπεία, πού περιμένω ὑπομονετικά νά μέ δεχθοῦν γιά ἐξέταση καί πού, ὑπομονετικά πάλι, θά ἀναμείνω τό ἀποτέλεσμα.
«Μέ παρακολουθεῖ...». Σκέφτομαι ὅλα αὐτά πού στηρίζουν τόν συνομιλητή μου στήν αἴθουσα ἀναμονῆς, ὅλα αὐτά πού τόν κάνουν νά ἐλπίζει. Εἶναι ἡ ἐπιστήμη, ἡ πρόοδος, ἡ ἐποχή μας πού τρέχει... Καί ἀναρωτιέμαι· Πόσες φορές εἶπα ἐγώ, στόν ἑαυτό μου πρῶτα, «αὐτός μέ παρακολουθεῖ»; ᾿Αναρωτιέμαι γιά τήν ἐλπίδα μου σ᾿ Αὐτόν πού πραγματικά μέ παρακολουθεῖ,  γιά τήν πεποίθησή μου σ᾿ Αὐτόν πού στηρίζει τό βλέμμα του πάνω μου, γιά τή γνώση τῶν δυνατοτήτων του, γιά τήν πίστη ὅτι εἶναι ἡ λύση στό πρόβλημά μου.
Εἶπα ποτέ, ἄραγε, στόν ἑαυτό μου καί στούς ἄλλους· «Αὐτός μέ παρακολουθεῖ»; Γιατί, πράγματι, ἄκουσα καί διάβασα πώς θεράπευσε πολλούς. Μερικούς τούς σήκωσε ἀπό βαρειά ἀρρώστια. Κάποιοι ὁμολόγησαν· «Μ᾿ ἀνάστησε». Κι ἔπειτα, δέν λέω, κι ἐμένα κάποιες φορές μοῦ ᾿δωσε τά φάρμακα πού χρειαζόμουν. Κι ὅμως... ῎Ισως ν᾿ ἀμφιβάλλω· θά κάνει κάτι; Θά θελήσει ν᾿ ἀσχοληθεῖ μαζί μου;
Περιμένοντας ὑπομονετικά στήν αἴθουσα ἀναμονῆς ἀκούω τόν ἄγνωστο ἀπέναντί μου καί συνεχίζω νά περιπλανιέμαι στίς σκέψεις μου.
«Αὐτός μέ παρακολουθεῖ». Τό ἄγρυπνο βλέμμα του μέ συνοδεύει παντοῦ. Τό δυνατό του χέρι μέ στηρίζει. ῾Η σοφία του κάνει πάντα τή σωστή διάγνωση. ῾Η στοργή του μέ ἐνθαρρύνει. ῾Η παρουσία του ἐκμηδενίζει τό φόβο. Οἱ ὁδηγίες καί οἱ ὑποσχέσεις του διαλύουν τήν ὁμίχλη πού δημιουργεῖ τό ἄγνωστο αὔριο. ῾Η ἀγάπη του μέ θεραπεύει μέ σιγουριά. Κι ὅμως...
Μ᾿ ἀφήνει πολλές φορές στήν αἴθουσα ἀναμονῆς νά περιμένω. Κάποτε δέχεται κάποιους, μάλιστα ἀργοπορημένους, νωρίτερα ἀπό μένα. Κι ἄλλοτε μοῦ συνταγογραφεῖ ξανά τήν ἴδια θεραπεία, ἔστω κι ἄν τήν ἔχω ἐφαρμόσει κι ἄλλες φορές. Κι εἶναι κάποιες φορές ὀδυνηρή... Κι ἀγωνίζομαι τότε νά ὑποτάξω τόν ἑαυτό μου, νά ἀκολουθήσω τή θεραπεία...
Πότε εἶπα ὅμως τελευταία φορά «αὐτός μέ παρακολουθεῖ»; Πότε τό ἀνέφερα μέ καύχημα μπροστά στούς ἄλλους; Πότε ἦταν ἡ τελευταία φορά πού τόν σύστησα; ᾿Αναρωτιέμαι.
῎Ισως περίμενα κάτι πιό ἐλαφρύ, ἕνα φάρμακο λιγότερο πικρό... Μήπως μ᾿ ἐνδιέφερε μόνο τό πόσο θά ζήσω πάνω σ᾿ αὐτή τή γῆ, πόσο θά χαίρομαι τούς καρπούς της καί τίς ἀπολαύσεις της; Μήπως ξέχασα πώς, ὅσες φορές τόν ἄκουσα νά θεραπεύει, πρόσεξε πρῶτα τά τῆς ψυχῆς κι αὐτή θεράπευσε κι ὕστερα τά τοῦ σώματος; Καί πώς αὐτό ἦταν τό πρῶτο καί σημαντικό; ῾Ο παραλυτικός, ὁ τυφλός, ἡ γυναίκα πού αἱμορραγοῦσε... Δέν κατάλαβα ἴσως τίς προτεραιότητες. Δέν ἀντιλήφθηκα ἀπό τί κινδυνεύω περισσότερο καί ποιά εἶναι ἡ ἐπείγουσα θεραπεία...
«Αὐτός μέ παρακολουθεῖ». Γύρισα στόν συνομιλητή μου. Τοῦ χαμογέλασα. Εἶχα κι ἐγώ πολλά νά τοῦ πῶ. Δέν μᾶς παρακολουθοῦσε μόνον ὁ ἀξιόλογος καί καλός μας γιατρός, πού στήν αἴθουσα τοῦ ἰατρείου του ὑπομονετικά περιμέναμε τή σειρά μας. Μᾶς παρακολουθεῖ καί τούς δύο κι ἕνας ἄλλος, Μεγάλος, Σοφός, Παντοδύναμος. Καί μᾶς παρακολουθεῖ ἀδιάκοπα, ἀλάνθαστα καί μέ τρυφερότητα. Μᾶς θεραπεύει γιά τώρα καί γιά πάντα, στό σήμερα καί γιά τήν αἰωνιότητα. ῎Αλλωστε, ὅπως λέει καί ὁ Hans Killian, ὑπάρχει ἡ ἑξῆς διαφορά ἀνάμεσα στούς δύο· «῾Ο γιατρός νοσηλεύει, ὁ Θεός θεραπεύει». ᾿Εμένα Αὐτός μέ παρακολουθεῖ...
 
Παρεπίδημος
'Απολύτρωσις 56 (2001) 134-135

 

Σάββατο, 19 Ιούλιος 2014 03:00

Προτάσεις

gennisi 2 Ἄς ξαναγυρίσομε σέ κείνη τή νύχτα κι ἄς πάρουμε τά πράγματα ἀπ' τήν ἀρχή. Ἄς ξαναπιάσουμε γιά λίγο αὐτήν τή χιλιοειπωμένη ἱστορία. Τήν εἴπαμε τόσες φορές πού μοιάζει πιά σάν ἕνα γλυκό, χειμωνιάτικο παραμύθι.
Σήμερα, ὅμως, θά ποῦμε τήν ἱστορία τῆς Βηθλέεμ ὄχι γιά νά τήν ποῦμε, ἀλλά γιά νά τή σβήσουμε. Γιά νά δοῦμε πῶς θά ἦταν ὁ κόσμος χωρίς αὐτήν, ἀφοῦ κατά καιρούς καί κατά πολλούς αὐτή ἡ ἱστορία θεωρεῖται ὑπεύθυνη πού ὁ κόσμος δέν πῆγε καλά.
 Ξαναγυρνοῦμε, λοιπόν, στό σημεῖο μηδέν. Μέ τά χρονικά στοιχεῖα τά πράγματα εἶναι εὔκολα. Εὔκολα μποροῦμε νά συμφωνήσουμε καί οἱ ἱστορικοί καί μεῖς σ᾿ ἕνα ἄλλο «πρό» καί «μετά». Προτείνω πρόχειρα τό «πρό Ἀλεξάνδρου» καί «μετά τόν Ἀλέξανδρο», γιατί ἔτσι κι ἀλλιῶς μέ τόν νεαρό Ἕλληνα Μακεδόνα ὁ ἀρχαῖος κόσμος εἶχε πλέον ἀλλάξει γιά πάντα, χωρίς ἐπιστροφή.
 Ἤ καλύτερα καί πιό κοντά στό χρονικό σημεῖο πού μᾶς ἐνδιαφέρει, «πρό Ὀκταβιανοῦ» καί «μετά τόν Ὀκταβιανό». Ἐδῶ ἡ ἀλλαγή θά εἶναι πιό εὔκολη, γιατί θά πρόκειται ἁπλῶς γιά μιά ἐσωτερική ρύθμιση. Στή θέση τοῦ ὑπηκόου πού γεννήθηκε ἐπί Ὀκταβιανοῦ Αὐγούστου, θά βάλουμε τόν αὐτοκράτορα πού ἐπί τῶν ἡμερῶν του γεννήθηκε αὐτός ὁ δοῦλος.
 Κι ἔτσι ἀποκαθιστοῦμε συγχρόνως μιά μεγάλη ἀβλεψία, ἴσως καί ἀδικία, σίγουρα πάντως παραδοξότητα τῆς ἱστορίας: Ὁ Ὀκταβιανός Αὔγουστος, ἕνας ἀπ᾿ τούς μέγιστους αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης καί ὄχι μόνον, νά εἶναι ἕνα ἀκόμα ὄνομα μέσα στήν ἱστορία, ἐνῶ ἀντίθετα ἕνας ἀπ᾿ τά ἑκατομμύρια τῶν ὑπηκόων του νά ἀποτελεῖ τό μόνο ὄνομα καί σημεῖο τομῆς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας σέ «πρό Χριστοῦ» καί «μετά Χριστόν».
 Μέ τήν ἐπαναχρονολόγηση, ὅπως εἴδαμε, ξεμπερδεύουμε σχετικά εὔκολα. Τά πράγματα δυσκολεύουν μέ τά κείμενα καί τά ἔργα τέχνης. Τά ὅσα ἔγραψαν καί τά ὅσα εἶπαν, τά ὅσα ζωγράφισαν καί τά ὅσα φιλοτέχνησαν, τά ὅσα οἰκοδόμησαν καί τά ὅσα δραματοποίησαν, τά ὅσα ἔψαλαν καί τά ὅσα τραγούδησαν οἱ ἄνθρωποι ἐδῶ καί 2.000 χρόνια γιά τή νύχτα τῆς Βηθλεέμ.
 Ἐδῶ προτείνω μέ σιγουριά τήν ἀδιαφορία. Πιστεύω στήν ἀδιαφορία. Πιστεύω στό φυσιολογικό θάνατο τῶν πραγμάτων καί στό κλείσιμο τῶν κύκλων. Γιατί τόσος πόλεμος γιά ἕνα ψέμα, γιά ἕνα παιδιάστικο παραμύθι, ἄν εἶναι παραμύθι; Σοφά εἶχε μιλήσει ὁ Γαμαλιήλ: «Ἀφῆστε αὐτήν τήν ὑπόθεση. Ἄν εἶναι ἀνθρώπινη, θά διαλυθεῖ μόνη της μέσα στόν ἀγέρα τῶν χρόνων καί τῶν καιρῶν». Ἄς τήν ἀφήσουμε, λοιπόν, κι ἄς συνεχίσουμε νά ζοῦμε ἐρήμην αὐτῆς τῆς ἐκκωφαντικῆς ἱστορίας μέχρι τῆς τελικῆς σιγῆς της.
 Ὅμως γιατί, γιατί δέν μποροῦμε νά ζήσουμε; Ἐδῶ τά πράγματα δέν εἶναι πλέον μόνο δύσκολα, εἶναι ἀνερμήνευτα. Σ᾿ αὐτό τό σημεῖο δέν ἔχω νά κάνω καμία πρόταση, γιατί κι ἐγώ δέν μπορῶ νά ζήσω, ὅπως δέν μπορεῖς κι ἐσύ κι ὅπως δέν μποροῦν κι οἱ αὐτοκράτορες. Γιατί δέν μᾶς ἔφτασαν τόσες ἀγάπες; Γιατί ὁ τόπος μας εἶναι παγωμένος, εἶναι τελικά «οὐ τόπος», μιά βασανιστική οὐτοπία;
 Ὅλα μποροῦμε νά τά σβήσουμε. Δέν μποροῦμε ὅμως νά σβήσουμε μέ τίποτα τήν ἀναμονή καί τήν προσδοκία μας γιά ἕνα πρόσωπο. Σάν ἐκεῖνον τόν γερο-Συμεών, πού μόνο ὅταν πῆρε τό βρέφος στήν ἀγκαλιά του εἶπε: «Τώρα μπορῶ να πεθάνω. Δέν θέλω νά δῶ τίποτε ἄλλο, ἀφοῦ τά μάτια μου εἶδαν τό φῶς ὅλων τῶν ἐθνῶν».
 Ἤ σάν τούς σοφούς μάγους τῆς Ἀνατολῆς, πού μέσα στήν οὐτοπία τῶν ἀναζητήσεών τους, μέσα στή χίμαιρα τοῦ κυνηγητοῦ τῶν ἄστρων βρῆκαν τελικά τόν τόπο. Δέν ἦταν μέσα στό ἀναγνωστήριό τους. Δέν ἦταν στά στρατόπεδα τοῦ Ἀλέξανδρου. Δέν ἦταν στίς ἐπαύλεις καί στούς ναούς τοῦ Ὀκταβιανοῦ. Δέν ἦταν πάνω στ᾿ ἀστέρια. Ὁ τόπος πού ἔψαχναν ἦταν σ᾿ ἕνα ἀσήμαντο, ἐλάχιστο χωριό μέσα στήν ἀχανῆ ρωμαϊκή αὐτοκρατορία. Τό ἔλεγαν Βηθλεέμ.
Ζωή Γούλα
'Απολύτρωσις 64 (2009) 328-329