Super User

Super User

agramatimana «Γειά σου, γιαγιά!», εἶπε καί τεντώθηκε τό παιδικό προσωπάκι νά ἀκουμπήσει τό φιλί τῆς ἀγάπης στό γηρασμένο πρόσωπο. Ἀνταποκρίθηκε τό λευκό της κεφάλι κι ἔσκυψε νά ἀσπαστεῖ σάν εἰκόνισμα τήν ἀγαθή φυσιογνωμία τοῦ παιδιοῦ. Κι ἔτσι ὅπως βρέθηκε τόσο σιμά του, τοῦ ψιθύρισε μία στοργική συμβουλή - εὐχή τῆς καρδιᾶς της: «Χαρά μου, νά ᾿σαι κι ἡ χαρά τοῦ Χριστοῦ μας!».
 Ἡ ἐξώπορτα ἔκλεισε ἁπαλά πίσω του καί ἡ γιαγιά ἔμεινε νά κοιτᾶ ἀπ᾿ τό παράθυρο· κατευόδωσε τό παιδί μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί ψιθύρισε: «“ Ἡ μαρτυρία Κυρίου πιστή, σοφίζουσα νήπια”. Τί ἄλλο μπορῶ, μικρέ μου Ἀνέστη, νά σοῦ χαρίσω γιά τή ζωή πιό πολύτιμο καί πιό μεγάλο; Τό λόγο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι πάνω ἀπ᾿ τή γνώση πού παίρνεις στό σχολεῖο σου· καί πάνω ἀπ᾿ τίς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων πού μαθαίνεις». Ἕνα χαμόγελο ἱκανοποίησης ζωγραφίστηκε στό πρόσωπό της: «Χαρά μου! Νά ᾿χεις χαρά σου τό Χριστό!».
 Αὐτή εἶναι ἡ γιαγιά μας, ἡ μάνα μου, ὁ πιό εὐτυχισμένος ἄνθρωπος μέσα στήν οἰκογένειά μας. Νιώθω νά τή ζηλεύω· ἔχει τή νιότη μέσα στά γηρατειά της· ἔχει τήν εἰρήνη μέσα στίς τόσες θλίψεις της· ἔχει ὁλόκληρη τή χαρά.
 Μιά μέρα μοῦ ἀποκάλυψε τό μυστικό της: «Θά σοῦ μιλήσω στή γλώσσα τῆς ἁγίας Γραφῆς, πού εἶναι γλυκιά σάν μέλι. “Τά δικαιώματα Κυρίου εὐθέα, εὐφραίνοντα καρδίαν”».
 Νά γιατί ἡ μάνα μᾶς φώναζε πάντα λέγοντας «Χαρά μου!». Γιατί τή χαρά τήν εἶχε μέσα της μόνιμη καί ἀναφαίρετη.
 Χρόνια καθηγήτρια καί νιώθω νά μαθητεύω κοντά στήν ἀγράμματη μάνα, πού ἔχει μία ἄλλου εἴδους γνώση.
 Ἕνα ἀπόγευμα ὁ Ἀνέστης, ὁ μικρός μου γιός, μέ ρώτησε:
 «Γιατί ἐσύ, μαμά, δέν μπορεῖς νά ἔχεις τό χαρούμενο πρόσωπο τῆς γιαγιᾶς, καί νά μᾶς μιλᾶς γλυκά ὅπως αὐτή; Ξέρεις κάτι; Μιά φορά, ἐκεῖ πάνω στό παλιό ντουλάπι, δίπλα στή μεγάλη πολυθρόνα, βρῆκα ἕνα μεγάλο βιβλίο. Εἶναι τό ἀγαπημένο τῆς γιαγιᾶς. Λές ἀπό κεῖ νά βρίσκει τίς ἱστορίες πού μοῦ διηγεῖται καί πού μ᾿ ἀρέσουν πολύ; Ὅμως στό γραφεῖο σου δέν εἶδα κανένα τέτοιο βιβλίο ἀνάμεσα στά τόσα πού ἔχεις! Γιά δές το! Θά σοῦ ἀρέσει!», κι ἔτρεξε νά μοῦ τό φέρει.
 Τό ἄνοιξα κι ἄρχισα νά μελετῶ ἐδῶ κι ἐκεῖ... «Νά, ἡ πολύτιμη γνώση τῆς ἀγράμματης μάνας μου!», μονολόγησα. «Ἡ ἁγία Γραφή!». Μιά περίεργη δύναμη μέ κράτησε γιά πολύ μπροστά στίς σελίδες τοῦ μεγάλου βιβλίου. Ἡ μάνα διακριτικά δέν ἀναζήτησε τό ἀγαπημένο της βιβλίο... καί κεῖνο τό βράδυ καί γιά πολλά ἀκόμη βράδια. Κι ἐγώ ἔβρισκα τήν εὐκαιρία νά καταφεύγω στήν καθοδήγησή του, νά ἀνακουφίζομαι ἀπό τίς συμβουλές του, νά ἀνακαλύπτω τά μυστικά κλειδιά τῆς εὐτυχίας τήν ὥρα τῆς μελέτης μου αὐτῆς... Πόσο εἶχε δίκιο, ἡ μητέρα μου! «Τά κρίματα Κυρίου ἀληθινά»... ἐπιθυμητά.
 Τό μεγάλο βιβλίο ἀπό τότε δέν ἐπέστρεψε στό παλιό ντουλάπι. Ὥσπου δέν ἄντεξε ἡ μάνα μου καί χαριτολογώντας μοῦ εἶπε: «Μοῦ ἔκλεψες τό βιβλίο, κυρία μου!». Κι ἔπειτα πρόσθεσε σοβαρά: «Ξέρεις τί λέω τώρα πιά μέ βεβαιότητα; “Ὁ νόμος Κυρίου ἐπιστρέφων ψυχάς”. Κι εἴμαστε κι ἐσύ κι ἐγώ οἱ εὐεργετημένοι, πού ἄλλαξε ἡ ζωή μας καί ἔγινε στ’ ἀλήθεια εὐτυχισμένη».
 Τήν κοίταξα μέ εὐχαριστία καί σκέφτηκα: «Εὐλογημένη νά ᾿σαι, ἀγράμματη μάνα μου, πού ἄφησες τήν αἰώνια γνώση σου πολύτιμη κληρονομιά μές στήν οἰκογένειά μου»!

Εὐγ. Χ. Χατζηιωαννίδου

Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Ἐκ τῆς φθορᾶς μου ἀπόλυσον

 Μιά ζωή ἔκκλησης μυστικῆς. Ἡμέρες προσδοκίας, «καθ᾽ ἡμέραν προστιθείς τῇ θέρμῃ τήν θέρμην, τῷ πόθῳ τόν πόθον μέχρι τῆς αὐτοῦ ἐξόδου». Τόσο ταιριαστά μποροῦμε νά ἀποδώσουμε τά λόγια τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος στόν πρεσβύτη Συμεών.
 Τά μέτρα τοῦ καιροῦ του δέν ἦταν καί δικά του μέτρα. Δέν εἶναι μέτρο ὁ χρόνος πού φεύγει. Μέτρο του ὁ Αναμενόμενος. Οὔτε οἱ ἀτελεύτητες μέριμνες πού εἶναι τά δικά μας μέτρα, σέ μιά προσπάθεια νά προλάβουμε (τί;) καί νά καλύψουμε τούς φόβους μας. Γιατί ἐμεῖς ζοῦμε σ᾽ ἕναν αἰώνα γεμάτο φόβους. Κι ἀπ᾽ ὅλα πιό πολύ μᾶς διακατέχει ὁ φόβος τοῦ θανάτου· ἤ μᾶλλον ὄχι: ἡ πίστη στό θάνατο. Ἡ πίστη αὐτή εἶναι ἡ πιό ἰσχυρή κι ἡ πιό διαδεδομένη στίς ἡμέρες μας. Ὁ θάνατος ὁ τελειωτικός. Κι εἶναι αὐτή πού φέρνει τήν άγωνία και ὁδηγεῖ στά ἀδιέξοδα.
 Ἀλλ´ ὁ Συμεών ἔμαθε στή συνείδησή του νά ἀγρυπνεῖ καί νά περιμένει. Μέσα σιωπή ἀποκαλυπτική, διότι συμπορεύεται μέ μιά ψυχή πού δέν μένει βουβή. «Λέγε, Συμεών, τίνι κράζεις καί βοᾶς;». Ὁ κόσμος γύρω του γερνάει· ὁ Συμεών ὡριμάζει γιά τήν αἰωνιότητα. Γνωρίζει τί σημαίνει ἀθανασία. Ἡ ἀναμονή του δέν εἶναι στατική· εἶναι βαθιά πνευματική. Ὅταν ἡ ζωή βιώνεται ἀπνευμάτιστα, ὁ θάνατος εἶναι σκληρός. Στή ζωή ὅμως πού γίνεται βίωμα πίστεως, ὁ ἄνθρωπος κρέμεται ἀπό τόν οὐρανό.
 Κι ἔτσι μιά μέρα, ξαφνικά, ἀνάβουν φῶτα ἀπροσδόκητα. Βρίσκεται «κατενώπιον Θεοῦ». Δέχεται τή δωρεά νά Τόν δεῖ καί νά Τόν ἀγγίξει. Κι ἡ ἀναμονή του δικαιώνεται. Τώρα, βιώνει τήν ἀθανασία. Ἡ ἔκκληση του γίνεται ἐπίκληση. «Ἀπόλυσον με ἐκ τῆς φθορᾶς, ὅτι εἶδον σε σήμερον». Αὐτός πού βλέπει ὁ Συμεών ἀνατρέπει τά φυσικά· γιατί εἶναι ἡ Ζωή. «Φέρων οὗτος» στά χέρια του «τήν Ζωήν, τῆς ζωῆς ἠτεῖτο λύσιν». Ὁ θάνατος δέν εἶναι πλέον θάνατος· κι ἡ ζωή τοῦ κόσμου εἶναι φθορά. Συντελεῖται μιά θαυμαστή ὑπέρβαση κι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ζῆ μιά μεταγωγή στόν Παράδεισο. «Ἀνοιγέσθω ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ σήμερον», ψάλλουμε στόν Ἑσπερινό τῆς Ὑπαπαντῆς.
 Τοῦ Κυρίου ἡ Ὑπαπαντή μᾶς προσφέρει διέξοδο. Ὁ Κύριος προσφέρεται σ᾽ ἀνθρώπινα χέρια, γιά νά γίνουν αὐτοί -οἱ ἄνθρωποι- προσφορά στόν Θεό. Κι ἔτσι, «θά πεθάνουμε μέ χαρά», ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Κι ὁ πρεσβύτης Συμεών ὑποδεικνύει τήν ὑπέρβαση τοῦ φόβου τοῦ θανάτου, ἀφοῦ ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀναίρεση τῆς ζωῆς. Μά, ὅταν βρίσκεσαι στή θεωρία τῆς Ζωῆς; Ὅταν ἀγγίζεις τή Ζωή καί τρέφεσαι μ᾽ αὐτήν ἐν μυστηρίῳ; Τότε, ἡ ζωή παίρνει ἄλλο νόημα. Γίνεται μυστική ἀναμονή. Γίνεται ζωή ἐσωτερική, μέσα στή σιωπή καί κοπιαστική πορεία. «Δεῦτε καί ἡμεῖς Χριστῷ συναντηθῶμεν καί δεξώμεθα Αὐτόν». Ὑπάρχει ὅμως πάντοτε ἡ προϋπόθεση νά δοῦν «οἱ ὀφθαλμοί» μας «τό σωτήριον» τοῦ Θεοῦ καί τό «φῶς» του ἀπό αὐτήν ἐδῶ τή ζωή. Εἶναι γι᾽ αὐτό ἀναπότρεπτη ἡ ἀνάγκη, μέτρα μας νά μήν εἶναι τά μέτρα τῶν καιρῶν μας· καί νά προσθέτουμε τόν «καθ᾽ ἡμέραν πόθον πόθῳ» στόν Κύριό μας «μέχρι τῆς ἐξόδου» μας.

Κύριλλος

Παρασκευή, 01 Φεβρουάριος 2019 03:00

Γράμμα στή μητέρα


᾿Αγαπημένη μου μητέρα,

kalathi louloudia Σήμερα, τῆς ῾Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, πού γιορτάζουν οἱ χριστιανές μάνες, θέλω ν᾿ ἀφήσω τήν καρδιά μου νά ξεχύσει τά μύρα τῆς εὐγνωμοσύνης της γιά τή δική σου ἀκριβή προσφορά στή ζωή μου.
Μικρό παιδάκι ἤμουνα πού μ᾿ ἔπαιρνες στή ζεστή σου ἀγκαλιά, μοῦ ᾿πιανες τά τρία μου δάχτυλα καί μοῦ μάθαινες νά κάνω τό σταυρό μου. Κι ἐγώ συνέχεια τόν μπέρδευα...
 Σάν ἔφευγα γιά τό σχολεῖο, πάντα κάτι νόστιμο ἡ ἀγάπη σου ἑτοίμαζε γιά τό διάλειμμα. ᾿Ακόμη ἀντηχεῖ στ᾿ αὐτιά μου ἡ συμβουλή σου· «Μαρία μου, φώναξε κι ἄλλο παιδάκι νά τό μοιραστεῖτε. Μήν τό φᾶς ὅλο μόνη σου». Θυμᾶμαι, ἤμουνα στήν Γ' Δημοτικοῦ, ὅταν μοῦ μίλησες σοβαρά καί γιά ἕνα ἄλλο σχολεῖο, τό Κατηχητικό. Μέ πόση ἀγωνία, τήν πρώτη φορά πού γύρισα, μέ ρώτησες ἄν μοῦ ἄρεσε.
 Τότε πού ἀρρώστησα βαριά γιά βδομάδες πολλές κι ὁ γιατρός "σήκωνε τά χέρια", δέν θά ξεχάσω, μάνα, πού γονατισμένη ἐσύ -μαζί μέ τόν πατέρα- κάτω ἀπό τό εἰκονοστάσι μας προσευχόσουν σιωπηλά καί ἐμπιστευόσουν σ᾿ Αὐτόν ὅλη τήν ἀγωνία τῆς καρδιᾶς σου.
 Δύο ὅμως πράγματα, μάνα μου, χαράχτηκαν βαθιά μέσα μου, πού ὁ ὁδοστρωτήρας τοῦ χρόνου δέν πρόκειται νά τά ἐξαλείψει. Πόσες φορές τά βράδια, πού ἑτοιμαζόμασταν νά κάνουμε τήν προσευχή μας, πήγαινες καί ζητοῦσες πρώτη ἐσύ συγγνώμη ἀπό τόν πατέρα κι ἄς μήν ἔφταιγες πάντα ἐσύ! Κείνη τή γλυκειά ὥρα τῆς συμφιλίωσης, κρυφά σέ καμάρωνα, μάνα.
 Λόγῳ τῆς δουλειᾶς τοῦ πατέρα ἀναγκαζόμασταν ν᾿ ἀλλάζουμε συχνά πόλεις. ῞Οταν κάπως τακτοποιούμασταν στή νέα μας κατοικία, μοῦ ἔκανε ἐντύπωση πού δέν ρωτοῦσες τούς καινούργιους γειτόνους μας σέ ποιό σχολεῖο νά μέ στείλεις, σέ ποιό φροντιστήριο γιά ἀγγλικά..., ἀλλά ζητοῦσες μ᾿ ἐνδιαφέρον νά μάθεις πρῶτα ποιά εἶναι ἡ ἐνορία μας, ποῦ γίνονται πνευματικά καί παιδαγωγικά θέματα κι ἄν ὑπάρχουν φωτισμένοι ἐξομολόγοι. Τούτη τήν ἱεράρχηση τῶν πραγμάτων πού διέκρινε τή ζωή σου, τώρα πού μεγάλωσα, κατάλαβα καί θαύμασα.
 Καλή μου μητέρα, ἕνα καρδιόβγαλτο εὐχαριστῶ θέλω νά σοῦ ἐκφράσω σήμερα πού γιορτάζεις. Γιατί ἤσουν συνεχῶς μέσα στό σπίτι μας μέ τό παράδειγμά σου, τήν ὑπομονή, τήν ταπείνωση καί τή θυσία σου ἕνα κήρυγμα ζωντανό, ἕνα βιβλίο ἀνοιχτό. Προπάντων σ᾿ εὐχαριστῶ, γιατί φύτεψες μέσα μου τά πρῶτα σπέρματα τῆς πίστεως, γιά νά μπορῶ σήμερα μέσα στόν κυκεώνα τῶν προβλημάτων νά βρίσκω καταφύγιο, νά ᾿χω στήριγμα κι ἐλπίδα. ῾Υποκλίνομαι μπροστά σου, λευκασμένη μου μάνα, καί ζητῶ συγγνώμη γιά τίς φορές πού σέ πίκρανα, γιά τά λάθη μου πού σκίαζαν τή χαρά σου. Φιλῶ εὐγνώμονα τό ροζιασμένο σου χέρι, πού ὕψωνες ἱκετευτικά σέ προσευχή γιά μένα καί ζητοῦσες ἐπίμονα τή διόρθωσή μου. Γιά τήν προσφορά σου πού ἀντιλήφθηκα καί γιά κείνη πού ἔμεινε μυστική καί ἀφανής, σ᾿ εὐχαριστῶ.

 

Μέ εὐγνωμοσύνη ἀπέραντη
῾Η κόρη σου
Μαρία

Ἀπολύτρωσις 54 (1999) 32

Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Ἅγιον τῳ Κυρίῳ


 agionKyrioὍλη τή νύχτα ἔμεινα στό πλάι του. Καιγότανε στόν πυρετό. Μόνο κατά τό χάραμα ἔκλεισε κάπως ἀνακουφισμένο τά ματάκια του κι ἀποκοιμήθηκε σάν κουρασμένος ἄγγελος... Τό παιδί μου... Τό πρῶτο μου ξενύχτι πάνω ἀπό τήν κούνια του. Κοίταξα τό ρολόι μου. Σέ λίγη ὥρα ὁ ἥλιος ἀχνοκόκκινος θά ᾿φερνε πάνω ἀπό τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων τήν καινούργια μέρα τοῦ Θεοῦ. 2 Φεβρουαρίου, Ὑπαπαντή· ἡμέρα πού ἡ Ἐκκλησία τιμάει τή Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί τή μητέρα...
  Ἔνιωσα μιά παράξενη συγκίνηση. Κρύωνε τό κορμί μου ἀπ᾿ τήν ἀγρύπνια κι ἔγειρα λίγο νά ξεκουραστῶ ἐκεῖ κοντά, πάντοτε θέλοντας νά βλέπω τό παιδί. Αὔριο, σκέφτηκα, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τιμᾶ ἐμένα τήν ἀσήμαντη. Θυμίζει πώς ἐγώ ἡ ἀσήμαντη εἶμαι μιά τιμημένη τοῦ Θεοῦ, πού ἀξιώθηκε νά ζήσει τήν πληρότητα τῆς φύσης της, τήν ἴδια ὥρα πού δίπλα μου τόσες γυναῖκες σηκώνουν τό σταυρό τῆς ἀτεκνίας τους· ἐγώ, μιά τιμημένη τοῦ Θεοῦ, πού μοῦ χαρίστηκε νά γίνω συνδημιουργός, ν᾿ ἀποδεχθῶ μέσα στά χέρια μου τό δῶρο Του, ἔτσι ὅπως καταδέχεται ὁ Θεός ν᾿ ἀγγίζουνε τά τίμια Δῶρα χέρια ἀνθρώπινα στό ἱερό θυσιαστήριο, πάντοτε χρησιμοποιώντας ἀγαπητικά τόν ἄνθρωπο γιά νά διακονεῖ τά πιό μεγάλα θαύματα.
 Μέτρησα μέ εὐγνωμοσύνη τή μεγάλη δωρεά· κι ἴσως μέ κάποιους μυστικούς νυγμούς γιά ὅσες φορές διαμαρτυρήθηκα γι᾿ αὐτόν τόν κόπο τῆς μητρότητας...
 Σέ λίγο θά ξημέρωνε· θά ἠχοῦσαν ὀρθρινά ἀπ᾿ τούς ναούς τά σήμαντρα. Ἄνοιξα τή Γραφή, γιά νά διαβάσω τήν περικοπή: «...πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται». Σταμάτησα σ᾿ αὐτές τίς λέξεις πού ἔμειναν στή μνήμη μου. Αὔριο, σκέφτηκα, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θά μοῦ θυμίσει τό ὄνομα πού εἶναι προορισμένο γιά τό παιδί πού μοῦ χαρίστηκε: «ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται»· ἐτούτη ἡ ἄπλαστη ψυχή, ἡ ἀνυπεράσπιστη, εἶναι πλασμένη γιά τήν ἁγιότητα· εἶναι ἠγαπημένη τοῦ Θεοῦ, λελυτρωμένη μέ τό αἷμα Του... Ἤθελα νά σταθῶ εὐλαβικά πάνω ἀπ᾿ τήν κούνια του· ἕνας «δυνάμει» ἅγιος, ἀκουμπισμένος μές στά χέρια μου. Μέτρησα τήν ἀδυναμία μά καί τήν εὐθύνη τους: νά σεβασθοῦν τήν παιδικότητα, τό αὐτονόητο δικαίωμά της στή χαρά καί στήν ἀσφάλεια· νά τήν ἀγγίζουν μέ εὐλάβεια, μήν τύχει καί τήν τραυματίσουνε ἀδέξια κι ἀνοίξουν μέσα της ρωγμές πού θά αἱμορραγοῦν ἀδιάκοπα, πληγώνοντας τό κάλλος τοῦ Θεοῦ. Γιά νά μπορέσει μές στό «κατ᾿ εἰκόνα», μές στήν πληρότητα καί τήν ἰσορροπία τῶν δυνάμεων πού ἀπαρτίζουνε τ᾿ ἀνθρώπινό μας πρόσωπο, ν᾿ ἀναπτυχθεῖ δίχως προσκόμματα τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν», τό αὐτονόητο δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ μου νά ἀνήκει στόν Δημιουργό Θεό...
 Κοίταξα τή μικρή εἰκόνα πού σηματοδοτοῦσε στό ἡμερολόγιο τοῦ τοίχου τήν αὐριανή γιορτή: ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ νά ὁδηγεῖ στή στοργική της ἀγκαλιά τό Θεῖο Βρέφος στό ναό...
 Αὔριο -σκέφτηκα- ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θά μοῦ θυμίσει τό αὐτονόητο, αὐτό πού τόσο εὔκολα ξεχνῶ: ὅτι ἐκείνη ἡ μικρή καί κτητική λεξούλα πού ἀβίαστα προφέρω ὅταν λέω «τό παιδί μου», δέν εἶναι παρά μία παραχώρηση. Μιά παραχώρηση εὐθύνης καί τιμῆς ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ, πού μοῦ ἐμπιστεύεται σάν δάνειο ὅ,τι δικό Του καί ἀγαπημένο γνώρισε: μιά παιδική ψυχή, ὅπως ἐκεῖνες πού ἐναγκαλίστηκε ἐλέγχοντας τούς μαθητές -«ἄφετε τά παιδία ἐλθεῖν πρός με»- ὑπογραμμίζοντας σέ μένα τήν ἀδύναμη τό χρέος καί τόν κίνδυνο νά μήν σφετεριστῶ τή δωρεά. Νά μήν θαρρέψω πώς εἶναι τό παιδί μου κτῆμα μου, προέκταση τοῦ ἁμαρτωλοῦ καί τιποτένιου μου «ἐγώ» κι ἔτσι θελήσω νά τοῦ ἐπιβάλω αὐτάρεσκα δικά μου σχέδια, ματαιώνοντας κάποτε τό σχέδιο τό Θεοῦ. Νά μή μορφώσω μέσα του ἀσυνείδητα ἕνα δικό μου εδωλο, σβήνοντας τήν εἰκόνα Του. Νά μήν πιστέψω, ἐπιπόλαια, πώς εἶναι μόνο τά δικά μου χέρια ἱκανά νά τό φυλάξουν ἀπ᾿ τοῦ κόσμου τό κακό κι ἔτσι τό ἀποκόψω ἀνώριμα ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τή μόνη Κιβωτό πού ἀσφαλίζει μές στίς θύελλες, τόν μόνο χῶρο πού μπορεῖ νά ἐγγυηθεῖ τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν»· αὐτός ὁ πιό ἀνόσιος σφετερισμός, ὁ πιό μεγάλος κίνδυνος πού ἐλλοχεύει ἀκόμα καί γιά μέ, πού λέω πώς θέλω νά ᾿μαι μία μητέρα χριστιανή...
 Χτυποῦσαν οἱ καμπάνες τοῦ ναοῦ. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θά ζωγραφίσει πάλι μπρός μου τή Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Πίσω της μιά εὐλογημένη στρατιά ἀπό μητέρες πού δέν σφετερίστηκαν: μιά Ἀνθούσα πού προσκόμισε ἅγιο ἀκόμη ἀπό τήν ἀγκαλιά τόν Ἰωάννη της, μιά Ἀνθία, μία Μόνικα... Σταμάτησα αὐθόρμητα σ᾿ αὐτό τό τελευταῖο ὄνομα. Μιά κεντιά πόνου διαπέρασε τό μέσα μου. Μιά Μόνικα πού, ὄχι, δέν σφετερίστηκε τόν Αὐγουστῖνο της κι ὅμως τόν εἶδε νά περιπλανιέται εκοσι χρόνια στήν ἀπώλεια... Κοίταξα τ᾿ ἀγγελούδι μου. Αὔριο χιλιάδες πειρασμοί κακοῦ θά ᾿ρθουνε νά κυκλώσουνε τήν ἀθωότητα· κι σως εἶναι ταγμένος καί γιά μένα ὁ σταυρός τῆς Μόνικας...
 Αὐθόρμητα γονάτισα, αὐτή ἡ μόνη στάση πού ταιριάζει στή μητρότητα, στάση τῆς Μόνικας καί τῆς Ἀνθούσας, ἀδιάκριτα. Κοίταξα στό εἰκονοστάσι τή Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί δίπλα τήν εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, πού προστατεύουν εὐλογητικά τήν ἐργασία μου. Γαλήνεψα... Ἅγιος ὁ Ἰωάννης, σκέφτηκα, μά καί ὁ Αὐγουστῖνος ἅγιος... Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μοῦ θυμίζει στοργικά πώς, ἄν τά γόνατά μου μένουν πάντα λυγισμένα στόν Θεό, ὅποιοι κι ἄν εἶναι οἱ δρόμοι τοῦ παιδιοῦ μου οἱ μελλούμενοι, τό τέρμα τους θά εἶναι πάντα ὁ παράδεισος...
 Μιά μικρή φωνούλα ἔκοψε τίς σκέψεις μου. Ξυπνοῦσε τ᾿ ἀγγελούδι μου. Σέ λίγο θά ζητοῦσε πάλι τή φροντίδα μου. Πρίν σηκωθῶ, ἔστειλα στόν Θεό τήν καρδιακή μου προσευχή: ὅταν θά φτάσω μπρός στό θρόνο Του, πλάι στούς ἁγίους Του, πού θά Τοῦ δείχνουν ἄλλος τά πληγωμένα μέλη του, ἄλλος τά πύρινα συγγράμματα γιά τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἄλλος τό σῶμα τό λιγοστεμένο ἀπό τήν ἄσκηση, ἐγώ νά ἔχω νά Τοῦ δείξω ἕναν ἅγιο. Χρυσόστομο ἤ Αὐγουστῖνο. Νά ἔχω νά Τοῦ δείξω μιά ἀγκαλιά πού ἀκούραστα ξαγρύπνησε καί δύο πληγωμένα γόνατα πού ἐπίμονα παρακαλέσανε τούς οὐρανούς. Μ᾿ αὐτά, φτωχά μου ἀντίδωρα στό θεϊκό Δωρεοδότη μου, νά μπῶ μές στούς ἁγίους Του· πλάι στίς τάξεις τῶν μαρτύρων, τῶν ὁσίων, τῶν ἐγκρατευτῶν... στήν τίμια χορεία πού ἔχει διακριτικό διάσημό της τή μητρότητα· ἐκεῖ πού τώρα τέρπονται ἡ Ἀνθούσα καί ἡ Μόνικα, οἱ ἅγιες μητέρες πού Τόν εὐηρέστησαν. Ἀμήν.

Μία μητέρα
   

Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Ἡρωίδα Σταυροῦ

polyteknh- Αὐτοί οἱ πολύτεκνοι! Θά πάρουν ὅλες τίς δουλειές μ’ αὐτό τό μέτρο τοῦ διορισμοῦ τους στό δημόσιο.
 Κοίταξα ξαφνιασμένη τή συνάδελφο πού πρόφερε τούτη τήν πρόταση.
 - Ἔχουν τόσες ἀνάγκες οἱ πολύτεκνοι. Τό ξεχνᾶς, τῆς εἶπα εὐγενικά.
 - Θέλουν καί τίς ἔχουν, πετάχτηκε ὁ μαθηματικός μέ δηκτικότητα. Ποιός τούς εἶπε νά ἀραδιάζουν παιδιά;
 - Ἔχουν τόσο κόπο γιά νά μεγαλώσουν τοῦτα τά παιδιά, ἀπάντησα προσπαθώντας νά τούς κάνω ἔστω γιά λίγο νά σκεφθοῦν ἀλλιώτικα.
 - Τί ἀνοησία! σχολίασε μιά νεαρή, ἀνύπαντρη ἀκόμα συναδέλφισσα. Εἰδικά γιά τίς γυναῖκες· σάν κουνέλες... Ἀντί νά χαροῦν τή ζωή τους...
 Ἔφυγα λυπημένη ἀπ᾿ τό γραφεῖο· τό ἀπόγευμα θά ἐπισκεπτόμουν μία φίλη μου καί ἐν Χριστῷ ἀδελφή μου, πολύτεκνη...
 Παιδιάτικες φωνές μέ προϋπάντησαν· ὅλο τό σπίτι ἕνα πανηγύρι τῆς χαρᾶς. Πλησίαζαν Χριστούγεννα καί ἡ μητέρα ἔφτιαχνε φτερά, γιά νά ντυθοῦνε ἀγγελούδια μπρός στή φάτνη τοῦ Θεοῦ. Εἶδα τή φίλη μου χλωμή· κύκλοι ἀγρύπνιας γλείφανε τά μάτια της.
 - Ὅλη τή νύχτα ὁ Βασιλάκης ἔκλαιγε, μοῦ εἶπε, κι ἔχω νά πλύνω καί νά σιδερώσω σήμερα.
 Τήν κοίταξα μ᾿ ἀγάπη καί μέ θαυμασμό κρυφό. Γυρίσανε στή σκέψη μου, σάν βλασφημίες, οἱ φωνές τῶν συναδέλφων μου. Φωνές ἀπό ἕναν κόσμο αὐτάρεσκο, δοσμένο στήν εὐδαιμονία του, πού ξέρει μόνο νά ἐμπαίζει τήν ἱερή μωρία καί τή δόξα τοῦ σταυροῦ, πού ἔβλεπα ἀθόρυβα ζωγραφισμένη στό κουρασμένο πρόσωπο τῆς φίλης μου...
 Πολύτεκνη μητέρα, ἀδελφή μου, μέσα σ’ αὐτόν τόν κόσμο σέ θωρῶ μιά ἡρωίδα τοῦ σταυροῦ. Τήν ὥρα πού ὅλοι γύρω σου ἀποδύονται μικρόψυχα καί ἐγωιστικά τό ἔνδυμα τῆς κακοπάθειας, βλέπω ἐσένα νά ὑποτάσσεσαι ἑκούσια στό «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»· στήν ἅγια προσταγή τῆς αὐταπάρνησης πού ὅρισε ὁ Θεός· ἐκεῖνος ὁ Θεός πού ὁ κόσμος μας τόν θέλησε ἀκίνδυνο, ἀνώδυνο θεραπευτή τῆς εὔκολης βολῆς του καί τῆς χρείας του.
 Βλέπω ἐσένα νά Τόν ἀγαπᾶς, νά παραδίνεις τό γυναικεῖο σου κορμί, πού ὁ κόσμος μας τό λάτρεψε ἕνα εἴδωλο κομψότητας, στά χέρια τά πανάγια, γιά νά καρπίσεις δίχως τούς ἰδιοτελεῖς καί εὐτελεῖς μας ὑπολογισμούς τό δῶρο τῆς ζωῆς.
 Ἀδελφή μου πολύτεκνη,
 Βλέπω ἐσένα νά πορεύεσαι στήν ἱερή ἀνηφοριά τοῦ Γολγοθᾶ τῆς οἰκογένειας· τῆς οἰκογένειας πού σέ καλεῖ νά μετασχηματίζεσαι, νά γίνεσαι «τά πάντα τοῖς πᾶσι», ὅπως ὁ τίμιος ἀπόστολος, γιά νά διακονήσεις τήν πολύπλευρη ἀνάγκη της· πάντοτε ἄγρυπνη πάνω ἀπό τά τρυφερά βλαστάρια σου· παιδί, μέ τήν ἀγγελική τους παιδικότητα· ἄγγελος, στά στενά τῆς ἐφηβείας τους· στήριγμα, γιά τήν πρώτη τους νεότητα. «Ἔχω ὅλες τίς γενιές», μοῦ εἶπες μία μέρα μέ χαμόγελο.
 Ἀδελφή μου πολύτεκνη,
 Βλέπω νά άρεις τό σταυρό χαρούμενα· ὄχι μονάχα ἐκεῖνον τῆς διακονίας σου, πού σοῦ τόν κάμει ἀνάλαφρο τό νάμα τῆς ἀγάπης σου, ἀλλά κι ἐκεῖνον τόν βαρύτερο· αὐτόν τῆς χλεύης τῶν πολλῶν, τῶν βολεμένων «χριστιανῶν» τοῦ σήμερα· ἐσύ ἡ μακάρια ἀπ᾿ τά εὐλογημένα χείλη τοῦ Κυρίου σου, γιατί ὀνειδίζεσαι γιά τό δικό του ὄνομα· ἐσύ ἡ τίμια, ὅπου μέ καύχημα σεμνό μπορεῖς νά λές μαζί μέ τόν εὐλογημένο ἀπόστολο· «οὐκ ἐπαισχύνομαι τό εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ».
 Ἀδελφή μου πολύτεκνη,
 Μέσα στόν κόσμο σέ θωρῶ εὐαγγελίστρια· μάρτυρα τοῦ σταυροῦ καί τῆς Ἀνάστασης· καί στέκομαι στό δρόμο σου, ἁπλά καί ἀγαπητικά, ἐγώ ἡ ἐλάχιστη· δίνω τά χέρια μου νά σοῦ κρατήσω Κυρηναία τήν ἀνάγκη σου· τά δένω προσευχή. Ἔτσι ὅπως σήμερα σέ βλέπω νά ντύνεις τά παιδιά σου ἀγγέλους μπρός στή φάτνη τοῦ Θεοῦ, ἔτσι προσεύχομαι νά τά χαρεῖς ἀγγέλους μές στό αὔριο, ἀνέγγιχτα ἀπό τοῦ κόσμου τή φθορά, ἀλώβητα στόν κίνδυνο· ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ νά ὁδοιποροῦν μέσα στόν κόσμο δρόμους ἁγιότητας, γιατί αὐτό εἶναι πού ποθεῖ ἡ χριστιανή καρδιά σου, ἡ χαρισμένη στή μητρότητα· νά προσκομίσεις τούς βλαστούς σου ἅγιους, σάν ἄλλη Νόννα καί Ἐμμέλεια, μέσα στά χέρια τοῦ Θεοῦ.
 Ἀδελφή μου πολύτεκνη,
 Καθώς σέ βλέπω κυκλωμένη ἀπ᾿ τούς ἀγγέλους σου, ἄμπελο εὐθηνοῦσα καί πολύκλωνο, ὅπως σέ τραγουδᾶ ὁ ψαλμωδός, θέλω νά σοῦ πῶ μ᾿ αὐτές τίς λίγες μου φτωχές γραμμές ἐκεῖνο πού ἡ καρδιά ἀρθρώνει σιωπηλά, κάθε φορά πού σέ κοιτῶ: Σέ χαίρομαι, σέ ἀγαπῶ, σέ θαυμάζω, ἀδελφή μου! Συνέχισε νά ἀγωνίζεσαι... Πορεύου ἀνυποχώρητη στόν τίμιο σταυρό τοῦ Γολγοθᾶ· ἐκεῖ, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, σέ περιμένει ἡ ἀνάσταση.

Μ. Σωτηρίου

Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Ἅγιες μητέρες

῾Ημέρα τῆς ῾Υπαπαντῆς! Στρέφω δεητικά τῆς ψυχῆς τό βλέμμα στή θαυμαστή ἐκείνη μορφή, πού σεμνά καί σιωπηρά συμμετέχει στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ· Παναγία ἡ μορφή σου, μητέρα τοῦ Θεοῦ! Στέκεις μέ ἀγάπη καί στοργή γιά τόν Υἱό σου καί Τόν κρατᾶς μέ ἰδιαίτερη φροντίδα στήν ἀγκαλιά σου, ἐκεῖ κοντά στήν καρδιά σου, γιά νά Τοῦ προσφέρεις τά δῶρα τῆς θυσίας σου ἀλλά καί γιά ν᾿ ἀκοῦς καλύτερα τό θέλημά Του.
 ῾Ολόγυρα ἀπ᾿ τή δική σου μορφή στέκουν, στεφάνι φωτεινό, οἱ μορφές ὅλων ἐκείνων τῶν ἁγίων μητέρων πού ἀγάπησαν τόν Θεό καί θέλησαν νά Τόν χαρίσουν κληρονομιά στά παιδιά τους.
 ῾Η ἁγία Εὐνίκη! Πιστή μαθήτρια τοῦ μεγάλου ἀποστόλου Παύλου. ῎Επαιρνε ἀπό τό χέρι τόν μικρό της Τιμόθεο, γιά νά μαθητεύσουν μαζί στήν ἁγία διδασκαλία. Πόσο τό ἐπιθυμοῦσε νά βαδίσει στά ἴδια ἴχνη καί τό μικρό της ἀγόρι! ῾Ο Θεός ἀπάντησε στήν ὄμορφη ἐπιθυμία κι ἡ ἁγία μάνα καμάρωσε ἀπόστολο εὐλογημένο τό παιδί της. Πόση χαρά στόν οὐρανό γιά τό ἱερό τάμα της νά χαρίσει τόν Τιμόθεο στό ἔργο τοῦ Θεοῦ!
 ῾Η ἁγία Περπέτουα! ᾿Επιφανής ἀρχόντισσα στήν Καρχηδόνα. Παραμέρισε πλούτη καί δόξα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. ᾿Αρνήθηκε τά εἴδωλα καί βαπτίσθηκε χριστιανή, παρ᾿ ὅλο πού γνώριζε ὅτι κινδύνευε ἡ ζωή της. ῞Οταν κλήθηκε νά μαρτυρήσει, ὁ εἰδωλολάτρης πατέρας της τή δελέασε νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη της, φέρνοντας μπροστά της τό μικρό της παιδί, βρέφος στήν ἀγκαλιά. Πόνεσε ἡ Περπέτουα, μά ὑπερίσχυσε ἡ ἀγάπη της στόν Χριστό· «Σ᾿ Αὐτόν ἀφήνω τό μικρό μου παιδί, πού τό ἀγαπᾶ πιό πολύ ἀπό μένα!». ῎Ετσι ὁδηγήθηκε στό μαρτύριο· γενναία καί θαυμαστή!
 ῾Η ἁγία ᾿Ιουλίττα! Μαρτυρικό φρόνημα ἔβαλε μές στήν ψυχή τοῦ τρίχρονου Κήρυκου. Θαυμαστή μητέρα· νά βλέπει νά ταλαιπωρεῖται τό ἀγοράκι της στά χέρια τῶν βάναυσων δημίων καί νά προσεύχεται μή τυχόν καί ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί Θεό της! ᾿Αγγελική ἔφτασε ἡ ψυχή τοῦ παιδιοῦ της στόν οὐρανό μαζί καί ἡ δική της, πού ἕνωσε τόν ὕμνο της μέ τούς ἀγγέλους.
῾Η ἁγία Εὐβούλη! Σύζυγος τοῦ Εὐστοργίου καί μητέρα τοῦ Παντολέοντα. Ζοῦσε στή Νικομήδεια κι ἀνέτρεφε τόν γιό της μέ τήν ἐπιθυμία νά γίνει ἕνας χριστιανός γιατρός· μέ τή βοήθεια τοῦ μεγάλου ᾿Ιατροῦ, τοῦ Χριστοῦ μας, νά θεραπεύει σώματα καί ψυχές. Παντελεήμων ὀνομάστηκε κι ἔγινε ἡ χαρά γιά τή μητέρα του, καθώς πρόκοβε στήν ἐπιστήμη καί στήν ἀρετή. ῞Οσο ἐκεῖνος θεράπευε τούς ἀσθενεῖς του, τόσο ἐκείνη δόξαζε τόν Θεό. Τήν ἀξίωσε στό τέλος νά τόν δεῖ νά μαρτυρεῖ καί νά ἁγιάζεται.
 ῾Η ἁγία ᾿Ανθία! Εἶναι ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου ᾿Ελευθερίου. Ρωμαία ἀρχόντισσα μέ πόθους ἱερούς γιά τό μικρό της παιδί. Τοῦ εἶχε μιλήσει γιά τό μεγαλεῖο τῆς ἱεροσύνης καί στάθηκε δίπλα του βοηθός του, γιά νά μπορέσει νά κρατήσει λευκή καί καθαρή τήν ψυχή του. Δόξασε τόν Θεό μέ τήν καρδιά της, ὄχι μόνο ὅταν τόν εἶδε κληρικό, ἐπίσκοπο, νά τόν τιμοῦν ὅλοι, μά κι ὅταν παρακολουθοῦσε μέ ἀγωνία τήν ὁμολογία του στό μαρτύριο. Εὐλογημένη μάνα! ᾿Ακολούθησε τόν ᾿Ελευθέριο στό μαρτυρικό τέλος κι ἔτσι οἱ ψυχές τους πασίχαρες ἀνέβηκαν μαζί στόν οὐρανό.
 ῾Η ἁγία Μόνικα! ῾Η μητέρα πού μεγάλωσε τόν Αὐγουστίνο στά γόνατα τῆς προσευχῆς. Δεκαεφτά χρόνια προσευχόταν γι᾿ αὐτόν μέ δάκρυα. ῏Ηταν μεγάλη της λύπη πού δέν εἶχε συνεργάτη, σ᾿ αὐτό τό ἱερό ἔργο τῆς ἀνατροφῆς τοῦ παιδιοῦ της, τόν σύζυγό της. Κι ὅσο ἐκείνη ἀγωνιοῦσε γιά τή σωτηρία τοῦ γιοῦ της, τόσο ὁ πατέρας του τόν ὁδηγοῦσε μακριά ἀπό τόν Θεό, στήν ἁμαρτία καί στή διαφθορά. ῾Η προσευχή της ὅμως νίκησε, κι ὁ Αὐγουστίνος ἔγινε φιλόσοφος καί ἅγιος καί πάντα μέ εὐγνωμοσύνη θυμόταν τή μητέρα του.
 ῾Η ἁγία Εὐλογία! Μητέρα τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου. Μέ λαχτάρα ὁδηγοῦσε τό παιδί της στά μονοπάτια τῆς πίστεως. Κι ἤθελε νά τοῦ διδάξει νά βρίσκει καταφύγιο στή θεία Λατρεία. Μαζί προετοιμάζονταν γιά τή θ. Λειτουργία· μαζί καθάριζαν τίς καρδιές τους γιά τή θ. Κοινωνία. Μέ πόσα δῶρα τούς γέμιζε ὁ Θεός! Μετάγγιζε μέσα τους τήν ἁγιότητα.
 ῾Η ἁγία ᾿Εμμέλεια! Πλούσια κι ἀρχοντοπούλα ἔκανε τούς γάμους της στήν ξακουστή Καισάρεια μέ τόν σπουδαῖο Βασίλειο. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα της τά πλούτη εἶχε τήν πίστη καί τήν ἀρετή! Μ᾿ αὐτά γαλούχησε τά ἐννιά χαριτωμένα παιδιά της καί ἐπιθύμησε νά γίνουν ἅγιοι στόν οὐρανό. Πολύτεκνη μάνα! ῾Ο κόπος της βραβεύτηκε ἀπ᾿ τόν Θεό, πού τῆς χάρισε τήν προκοπή τῶν παιδιῶν της. Τά ἅγια βλαστάρια της, ὁ Μέγας Βασίλειος, ἡ ἁγία Μακρίνα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ ἅγιος Ναυκράτιος, ὁ ἅγιος Πέτρος, ἀποτελοῦν τό καύχημά της· κι ὅλη ἡ οἰκογένειά της στολίζει τήν ᾿Εκκλησία μας.
 ῾Η ἁγία ᾿Ανθούσα! νωρίς ἔχασε τόν σύζυγό της, μά αὐτή ἡ θλίψη δέν τήν κατέβαλε. ᾿Αναδείχθηκε εὐλογημένη μητέρα τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννη τοῦ Χρυσοστόμου. ῎Ερριχνε σπόρους θεϊκούς παρμένους ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή τοῦ μικροῦ της παιδιοῦ ἡ εἰκοσάχρονη χήρα μάνα. Μετάγγιζε σ᾿ αὐτόν τίς ἅγιες ἐπιθυμίες της, γι᾿ αὐτό καί ἀναδείχτηκε ὁ μικρός της ᾿Ιωάννης σέ μεγάλο Πατέρα τῆς ᾿Εκκλησίας, θαυμαστό ρήτορα καί ἅγιο τοῦ οὐρανοῦ.

Εὐλογημένες μητέρες. Εἶστε τό παράδειγμα καί ἡ ἔμπνευση γιά κάθε μάνα πού ἐπιθυμεῖ κάτι ὄμορφο νά χαρίσει στήν οἰκογένεια, στά παιδιά της. ῾Η προσευχή σας μαζί μέ τήν πρεσβεία τῆς Παναγίας μας ἄς γίνεται ἐνίσχυση καί φωτισμός γιά τίς μητέρες μας, γιά τήν κάθε μητέρα στό δύσκολο καί ἱερό ἔργο της· νά μπορεῖ νά σᾶς μοιάζει στήν πίστη, στήν ἀρετή, στήν ἀγάπη, ὥστε νά ὁδηγηθεῖ στήν ἁγιότητα.

 

Ε. Χ.

Τετάρτη, 21 Μάιος 2014 03:00

Άφιέρωση

 Σάν πίδακες ζωντανοῦ νεροῦ ξεπηδοῦν μέσα ἀπό τά γεγονότα τῆς ἱστορίας τοῦ Θεοῦ, πού ἔγιναν γιορτές τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἀλήθειες πού λυτρώνουν καί δροσίζουν τήν ψυχή μας. Φθάνει ἐμεῖς νά σκύψουμε μέ τήν ἀγωνία τῆς σωτηρίας καί νά σκάψουμε μέ τή λαχτάρα τοῦ οὐρανοῦ μέσα στήν ἱστορία τους, νά γονατίσουμε μπροστά τους μέ ἀνοιχτό τό Εὐαγγέλιο καί νά τά γιορτάσουμε μέ τό Πνεῦμα τό ἅγιο μέσα στήν Ἐκκλησία. Κι ὁ Θεός, πού ἦλθε στήν ἱστορία μας καί μπῆκε στή ζωή μας, μᾶς ἑλκύει στήν ἱστορία του καί μᾶς ἑνώνει μέ τή ζωή του, μέ μιά θεία δύναμη μᾶς ἐντάσσει μέσα στό σωτήριο σχέδιό του.
 Μία τέτοια φλέβα χαρίτων εἶναι ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς, μέ τήν ὁποία τιμοῦμε τή Θεομήτορα, ἀλλά καί τόν Δεσπότη· τήν παναγία Μητέρα, πού προσάγει στό ναό τόν Ἰησοῦ, σαραντάμερο βρέφος, καί τόν Θεάνθρωπο Κύριο μας, πού προσφέρεται στόν Θεό ὡς πρωτότοκος. Μᾶς παρασύρει συνήθως ἡ πρώτη ὄψη τῆς γιορτῆς, ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, πού κρατώντας στήν ἀγκαλιά της τόν Ἰησοῦ μπαίνει στό ναό -καθώς ἀνταποκρίνεται στό πολύ γνωστό μας ἀνθρώπινο καί συγκινητικό γεγονός τοῦ σαραντισμοῦ-, καί καλύπτει αὐτή ὅλη τή γιορτή. Ἀλλά ὁ σαραντισμός τῆς Θεοτόκου εἶναι ἐντελῶς τυπικός, ἐφ' ὅσον ἡ παρθένος Μαρία δέν εἶχε ἀνάγκη ἀπό καθαρισμό. Ἀποτελεῖ, βέβαια, ὁπωσδήποτε γεγονός σωτηρίας καί λόγο ἑορτῆς γιά μᾶς ὅτι «νηπιάζει ὁ Παλαιός τῶν ἡμερῶν καί καθαρσίων κοινωνεῖ ὁ καθαρώτατος Θεός», διότι ἔτσι πιστοποιεῖ ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος γιά χάρη μας καί πῆρε πάνω του τήν ἀνθρώπινη φύση γιά νά τή λυτρώσει. Μέσα ὅμως ἀπό τά σπλάγχνα τῆς γιορτῆς, ἀπό τήν οὐσία της κι ὄχι ἀπό τόν τύπο της, ξεπηδᾶ ἕνα ἄλλο, ἐξ ἴσου μεγάλο, καί συνάμα ἰδιαίτερο γιά τή γιορτή καί μοναδικό σ' αὐτήν μήνυμα: Ἡ ἀφιέρωση.
 Εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, ὅταν ἔσωσε τό λαό του ἀπό τή σκλαβιά τῶν Φαραώ μ' ἐκείνη τή φοβερή σφαγή ὅλων τῶν πρωτοτόκων τῶν Αἰγυπτίων, νά τοῦ προσφέρουν οἱ Ἰσραηλῖτες σέ ἀνάμνηση καί γιά εὐγνωμοσύνη κάθε πρωτότοκο ἀρσενικό, δηλαδή τό πρῶτο ἀρσενικό πού γεννιόταν. Καί τά μέν ζῶα τά πρόσφεραν θυσία στό ναό, τούς δέ πρωτοτόκους υἱούς τούς ἀπήλασσαν ἀπό τήν προσφορά πληρώνοντας γι' αὐτούς ἕνα συμβολικό ποσό στούς Λευΐτες (Ἔξ 13,12-16· Ἀρ 18,15-18). Σύμφωνα μ' αὐτό τό νόμο ἡ Παναγία παρουσίασε τόν Ἰησοῦ στό ναό καί ὁ Ἰησοῦς ἀφιέρωσε ὡς ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του στόν Θεό. Καί εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, πού περιγράφει τό περιστατικό, δέν ἀναφέρει ὅτι καταβλήθηκαν τά καθορισμένα γιά τόν πρωτότοκο λύτρα. Ἡ ἀφιέρωση τοῦ Ἰησοῦ δέν ἐξαγοράσθηκε· ὑπῆρξε τέλεια, ὁλοκληρωτική καί ζωντανή.
 Τό γεγονός αὐτό, πού ἀποτελεῖ τήν οὐσία τῆς γιορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς, σημειώνει ἕνα νέο καθεστώς γιά τόν νέο Ἰσραήλ, τόν καινούργιο λαό τοῦ Θεοῦ, τούς πιστούς τῆς καινῆς διαθήκης. Ὅλοι ὅσοι ποιστεύουμε πλέον στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί γινόμαστε μέλη στό σῶμα του καί συνιστοῦμε τήν Ἐκκλησία του, ὅλοι θεωρούμαστε πρωτότοκοι καί ἀνήκουμε στόν Κύριο. Ἡ ἀφιέρωσή μας συντελεῖται τήν ἱερή ὥρα τοῦ βαπτίσματος, ἀφοῦ δηλώσουμε μέ τήν ἐλεύθερη θέλησή μας ὅτι ἀποτασσόμαστε τόν σατανᾶ καί συντασσόμαστε τόν Χριστό. Ἡ σφραγίδα πού δείχνει πάνω μας ὅτι εἴμαστε ἰδιοκτησία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό χρίσμα πού παίρνουμε ἀπό τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Μέ τά μυστήρια αὐτά μετέχουμε στή ζωή τοῦ Χριστοῦ καί συμμετέχουμε στήν ἀφιέρωσή του προσφέροντας κι ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας μέ τήν ὑποταγή τοῦ θελήματός μας. Ἔτσι, ὅλοι οἱ χριστιανοί εἶναι ἀφιερωμένοι, «ἅγιοι τῷ Κυρίῳ», κτῆμα καί περιουσία τοῦ Θεοῦ.
 Ἀλλά, βέβαια, ὁ Θεός πού ζητᾶ τήν ἀφιέρωσή μας, δέν τήν ζητᾶ ἀπό κάποια ἀνάγκη· «ἀνενδεές γάρ τό θεῖον». Τήν ζητᾶ γιά νά δώσει σέ μᾶς τό δικαίωμα, τό προνόμιο, τήν εὐλογία καί τήν ἐξουσία νά γίνουμε συνεργάτες του στό μεγάλο ἔργο τῆς σωτηρίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ μας, νά γίνουμε συνεταῖροι στήν εὐλογημένη ἑταιρεία του, τήν Ἐκκλησία, μέ τήν ὁποία δωρεάν φωταγωγεῖ τόν κόσμο μέ τό φῶς τῆς ἀλήθειας, ὑδρεύει τήν πλάση μέ τό νερό τῆς χαρᾶς, χορηγεῖ στήν ἀνθρωπότητα αἰώνια ζωή. Ἀφιερώνοντας ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του στόν Θεό δίνει ἕνα παλιό καί ἄσχημο σκεῦος καί παίρνει ἕνα καινούργιο καί ὡραῖο. Μέσα στήν ὕπαρξή του ἀρχίζουν νά κυλοῦν οἱ χυμοί τῆς θεότητος, πού τοῦ χαρίζουν εἰρήνη καί τήν ὥρα ἀκόμη τῆς πιό σκληρῆς μάχης, ἐνῶ μέσ΄ στή ζωή του χύνονται οἱ ποταμοί τῶν θείων εὐλογιῶν, πού τοῦ προσφέρουν παρηγορία καί τήν ὥρα τῆς πιό φρικτῆς δοκιμασίας. Καί ἀφιερώνω τόν ἑαυτό μου στόν Θεό δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο παρά ὑπακούω στό νόμο του, ἀγωνίζομαι γιά τή βασιλεία του, δοξάζω μέ τή ζωή μου τό ἅγιο ὄνομά του. Μ' αὐτόν τόν τρόπο γίνομαι συνεργάτης καί συνεταῖρος του καί παίρνω τήν τιμή καί τή δόξα νά τοῦ μοιάζω ὅλο καί περισσότερο, μέχρις ὅτου ἀξιωθῶ νά γίνω τέλεια καί ὁλοκληρωμένα κοινωνός τῆς θείας δόξης.
  Ἐν τούτοις, ἐκτός ἀπό τή γενική ἀφιέρωση τῶν πιστῶν πού εἶναι ὁ κανόνας μέσα στήν Ἐκκλησία, ὑπάρχει καί ἡ εἰδική ἀφιέρωση τῶν ψυχῶν, πού παρουσιάζεται σάν ἔκτακτο χάρισμα. Ὅπως παράλληλα μέ τή γενική ἱερωσύνη, πού ἔχουν ὅλοι οἱ πιστοί, τό «βασίλειον ἱεράτευμα» τοῦ Κυρίου, ὑπάρχει καί ἡ εἰδική ἱερωσύνη τῶν ἱερέων, πού λαμβάνουν τή χάρη νά τελοῦν τά μυστήρια, ἔτσι ὁρισμένες ψυχές δέχονται τήν κλήση καί παίρνουν τό χάρισμα γιά μιά εἰδική ἀφιέρωση. Θέτουν τόν ἑαυτό τους ἄνευ ὅρων καί ἄνευ διεκδικήσεων στό ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἀφοσιώνονται ὁλοτελῶς στήν ὑπόθεσή του καί κάνουν μοναδικό μέλημά τους τόν εὐαγγελισμό καί τόν ἁγιασμό τοῦ κόσμου. Καί ἐνῶ ἡ γενική ἀφιέρωση εἶναι θέμα τῆς σωτηρίας μας καί ἀποτελεῖ παράγγελμα τοῦ Κυρίου γιά ὅλους μας, ἡ εἰδική ἀφιέρωση εἶναι θέμα τῆς ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ καί τό μόνο πού ἀπαιτεῖ εἶναι γιά μέν τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο νά διακρίνει καί νά καταλάβει τί ὁ Θεός θέλει ἀπ' αὐτόν, γιά τούς ἄλλους δέ γύρω του νά μήν ἀποδοκιμάσουν καί καταφρονήσουν τήν κλήση του.
 Διότι τό χάρισμα τῆς ἀφιερώσεως ὄχι ἁπλῶς δέν εἶναι ἀποτυχία, ὅπως τό θεωροῦν οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι, πού ξέρουν νά κρίνουν μόνο μέ τά ψεύτικα μέτρα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι τό πιό ἐπιτυχημένο ἔργο, μέ τό ὁποῖο μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ὑπηρετήσει τόν συνάνθρωπο καί τήν κοινωνία. Ὁ κόσμος, πράγματι, δέν εἶναι δυνατόν νά σωθεῖ οὔτε ἀπό τούς μηχανικούς οὔτε ἀπό τούς γιατρούς οὔτε ἀπό τούς δικηγόρους. Ἄλλα εἶναι ἐκεῖνα πού τοῦ σφίγγουν τό λαιμό, ἄλλα ἐκεῖνα πού τοῦ μαχαιρώνουν τήν καρδιά, ἄλλα ἐκεῖνα πού τοῦ σκοτεινιάζουν τή ζωή. Ὁ κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἀποστόλους καί ἱεραποστόλους, ἀπό ἱερουργούς καί διδασκάλους, πού θά τοῦ φέρουν τό μήνυμα τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης, θά τόν ἀναστήσουν καί θά τόν ἀναγεννήσουν ἐν Χριστῷ. Αὐτοί σάν μηχανικοί καί ἀρχιτέκτονες τῆς χάριτος κατασκευάζουν τό δρόμο γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήνουν τή γέφυρα γιά τόν οὐρανό· σάν γιατροί καί θεραπευτές φέρνουν τά φάρμακα τῆς σωτηρίας καί ἀσχολοῦνται μέ τήν ἰατρεία ὄχι τῶν σωμάτων, ἀλλά τῶν ψυχῶν· σάν δικηγόροι καί πολιτικοί βοηθοῦν στή συνδιαλλαγή ἀνθρώπων καί Θεοῦ καί ἐξηγοῦν τό νόμο του, πού μᾶς δικαιώνει. Σέ σύγκριση μέ ὅλα τά ἐπαγγέλματα τοῦ κόσμου, τό χάρισμα τῆς ἀφιερώσεως ὑπερέχει ὅσο ὁ οὐρανός ἀπό τή γῆ κι ὅσο ἡ αἰωνιότητα ἀπό τήν προσωρινότητα, διότι αὐτό ἐπαγγέλλεται στήν ἀνθρωπότητα ἀγαθά αἰώνια καί ἄφθαρτα.
 Ἀλλά γιά νά μπορέσουμε νά δεχθοῦμε αὐτήν τήν ἀλήθεια, πρέπει προηγουμένως νά καταλάβουμε τήν ἄλλη βασική ἀλήθεια, πού μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ γιορτή τῆς Ὑπαπαντῆς· ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί, ἐφ' ὅσον βαπτισθήκαμε στό ὄνομα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, εἴμαστε ἀφιερωμένοι στόν Κύριο καί ὀφείλουμε νά τοῦ δώσουμε τήν πρώτη θέση στήν καρδιά μας. Εἴμαστε οἱ «πρωτότοκοι» τῆς ἀνθρωπότητος, πού μές στή στρατευομένη Ἐκκλησία ἀγωνιζόμαστε νά μιμηθοῦμε τόν Κύριό μας, γιά νά συνταχθοῦμε μία ἡμέρα μέ τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, τήν ὁποία ὁ ἀπ. Παῦλος ὀνομάζει «ἐκκλησία πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» (Ἑβ 12,23). «Μᾶς διάλεξε ὁ Ἀθάνατος μέσ' ἀπ' τά πλήθη τῶν γενιῶν καί τῶν καιρῶν», κι ἐμεῖς δεχθήκαμε τήν κλήση του καί γίναμε δικοί του. Μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τό θάνατο καί τή φθορά μέ τό πολύτιμο αἷμα τοῦ Υἱοῦ του, καί δέν ἀνήκουμε στόν κόσμο οὔτε στόν ἑαυτό μας. Μᾶς ἔσωσε ἀπό τή σκλαβιά τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας, καί εἴμαστε ἀπελεύθεροι καί δοῦλοι του. Προσφέρουμε, λοιπόν, τόν ἑαυτό μας μιά θυσία ζωντανή ἐνώπιόν του, θυσία τῆς ἐλευθερίας μας στήν ἀγάπη του, γιά νά μένουμε ἀληθινά ἐλεύθεροι καί αἰώνια χορτασμένοι στήν ἀγκαλιά του.
Στέργιος Σάκκος Ἀπολύτρωσις 42 (1987) 17-19
    

Τρίτη, 02 Φεβρουάριος 2021 02:00

Κτῆμα καί κάτοχοι τοῦ Θεοῦ

 ypapanti Φλέβα ζωῆς καί πηγή οὐρανίων μηνυμάτων στέκει ἡ γιορτή τῆς ῾Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου στήν ἀρχή τοῦ Φλεβάρη. Ξεχωρίζω ἕνα ἀπό τά πολλά, ἰδιαίτερο καί μοναδικό σ᾿ αὐτήν μήνυμα, τήν ἀφιέρωση.
  ῏Ηταν ὁρισμός τοῦ Θεοῦ νά τοῦ προσφέρουν οἱ ᾿Ισραηλῖτες κάθε πρωτότοκο ἀρσενικό πού γεννιόταν.  Καί τά μέν ζῶα τά πρόσφεραν θυσία στό ναό, τούς δέ πρωτοτόκους υἱούς τούς ἀπήλλασσαν ἀπό τήν προσφορά, πληρώνοντας γι᾿ αὐτούς ἕνα συμβολικό ποσό στούς Λευΐτες (῎Εξ 13,12-16· ᾿Αρ 18,15-18). Σύμφωνα μέ τό νόμο αὐτό ἡ Παναγία παρουσίασε τόν ᾿Ιησοῦ σαραντάμερο βρέφος στό ναό καί ὁ ᾿Ιησοῦς ἀφιέρωσε ὡς ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του στόν Θεό. ῎Ω συγκατάβαση θεϊκή, ἀσύλληπτη κι ἀνερμήνευτη γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ!
  Τό γεγονός αὐτό, πού ἀποτελεῖ τήν οὐσία τῆς γιορτῆς τῆς ῾Υπαπαντῆς, σημειώνει ἕνα νέο καθεστώς γιά τόν νέο ᾿Ισραήλ, τόν καινούργιο λαό τοῦ Θεοῦ. ῞Ολοι ὅσοι πιστεύουμε πλέον στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί γινόμαστε μέλη στό σῶμα του καί συνιστοῦμε τήν ᾿Εκκλησία του, εἴμαστε οἱ "πρωτότοκοι" τῆς ἀνθρωπότητος, οἱ ἀφιερωμένοι στόν Κύριο. Τήν ἱερή ὥρα τοῦ Βαπτίσματος δηλώσαμε μέ τό στόμα τοῦ ἀναδόχου μας ὅτι ἀποτασσόμαστε τό σατανᾶ καί συντασσόμαστε μέ τόν Χριστό. Κι ἔβαλε πάνω μας ὁ Χριστός τή σφραγίδα του, τό ἅγιο χρίσμα. ᾿Ενηλικιωμένοι καί ὥριμοι πλέον, ὡς συνειδητά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀγωνιζόμαστε νά μιμηθοῦμε τόν Κύριό μας, γιά νά συνταχθοῦμε μιά μέρα μέ τή θριαμβεύουσα ᾿Εκκλησία, τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει "᾿Εκκλησία πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων" (῾Εβ 12,23).
   Πόση τιμή, στ᾿ ἀλήθεια, καί πόση δόξα! Εἴμαστε τ᾿ ἀγαπημένα παιδιά τοῦ Θεοῦ! "Μᾶς διάλεξε ὁ ἀθάνατος μέσα στά πλήθη τῶν γενιῶν καί τῶν καιρῶν". Μᾶς ἐξαγόρασε καί μᾶς ἀπελευθέρωσε ἀπό τό θάνατο καί τή φθορά μέ τίμημα ἀκριβό, μέ τό πολύτιμο αἷμα τοῦ Υἱοῦ του.
  Εἴμαστε τοῦ Θεοῦ κι εἶναι ὁ Θεός δικός μας! ῞Οσο πιό συνειδητά προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας γιά τό πρῶτο, τόσο πιό οὐσιαστικά βιώνουμε τό δεύτερο. Κι ὅσο περισσότερο κατανοοῦμε τήν προσφορά τοῦ Θεοῦ, τόσο βαθύτερα συντετριμμένοι ἐπιθυμοῦμε νά ἀνταποδώσουμε. Καί ἡ καλύτερη ἀνταπόδοση εἶναι νά τιμήσουμε τό δῶρο πού μᾶς προσφέρει ὁ Θεός· νά διατηρήσουμε τήν ἐλευθερία πού μᾶς χαρίζει, καταθέτοντάς την ἑκούσια στή δική του ὑποταγή. ῾Υποταγή στόν Θεό σημαίνει ἐλευθερία, διότι ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος πού μπορεῖ νά διασφαλίσει τήν ἐλευθερία τήν ὁποία ὁ ἴδιος μᾶς χάρισε.
  Μέ τή ζωντανή θυσία μας ἐνώπιόν του, τή θυσία τῆς ἐλευθερίας μας στήν ἀγάπη του, μένουμε ἀληθινά ἐλεύθεροι κι αἰώνια χορτασμένοι στήν ἀγκαλιά τοῦ Κυρίου, πού ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό, γιά νά μᾶς ἀγκαλιάσει καί νά μᾶς σώσει, προσφέρεται ὡς "βρέφος ἀγκαλοφορούμενον" μέ τήν ἁγία ῾Υπαπαντή του.

   

Στέργιος Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 53 (1998) 27

Πέμπτη, 31 Δεκέμβριος 2015 03:00

Ἡ ζωή μιᾶς μέρας

Fading Sun Σηκώνομαι τό πρωί κι ἀκούω τή μικρή κόρη μου νά τραγουδᾶ καί νά λέει τά «θέλω» της καί χαίρομαι τίς σταθερές κινήσεις καί τή γλυκειά σιωπή τοῦ γιοῦ μου.
 Ὕστερα ἕνα «Πάτερ ἡμῶν...» μέ πολύ δυνατή φωνή πάλι ἀπ᾿ τήν κόρη μου, πού ὁ Θεός μοῦ τή διπλοδώρισε, καί εἶμαι εὐτυχής, γιατί αὐτή ἡ προσευχή θά εἰσακουστεῖ.
 Μπαίνω στήν τάξη μου καί θλίβομαι γιά τήν ἀνυπακοή τῶν σημερινῶν παιδιῶν, τήν ἀδιαφορία τους στίς προτροπές μου, τήν ἀποφυγή κάθε κόπου, τήν ἔντονη κοσμικότητα τοῦ φρονήματος. Κι ἐνῶ βρίσκομαι στά πρόθυρα τῆς ἀπόγνωσης, θυμοῦμαι τούς ἐχθρούς τῆς πατρίδας μου, τούς ἀγῶνες τῶν προγόνων μου, τή θυσία τοῦ Χριστοῦ μας καί σχεδόν ντρέπομαι γιά τήν λιποψυχία μου καί... χαμογελῶ.
 Περιέρχομαι τά διάφορα σημεῖα καί τούς χώρους τῆς πόλης καί εἶμαι χαρούμενος, γιατί γνωρίζω ἕνα μεγάλο μυστικό, πού τό θυμᾶμαι εὔκολα χάρη στούς συνανθρώπους μου καί στίς δυσκολίες πού συναντῶ: ν᾿ ἀναγνωρίζω «τή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό», πού εἶναι ἀνάγκη νά πορευτῶ πρός τή λύτρωση καί τήν ἐλευθερία.
 Τακτοποιῶ τίς ἐργασίες μου στό σπίτι καί προετοιμάζω τά παιδιά μου στά μαθήματά τους βοηθώντας τή γυναίκα μου, πού μέ παρακολουθεῖ καί μέ κρίνει θυμίζοντάς μου τή ματαιότητα τῆς ζωῆς καί τό πλῆθος τῶν περιττῶν ἀσχολιῶν μου. Ἀναγνωρίζω στήν κρίση της τή βαθειά πίστη καί τήν ἐγκατάλειψή της στή φροντίδα τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐμπιστεύομαι, ὄχι σπάνια, μ᾿ ἕνα κρυφό ἤ φανερό γογγυσμό. Τελικά ἀναγνωρίζω τή σταθερή πορεία της, πού δυστυχῶς ἐγώ δέν ἔχω.
 Τό βράδυ σέ κάποιο χῶρο ἱερό, μπροστά σέ μιά ἅγια μορφή συμμετέχω στήν «ἀγαθή μερίδα» καί ζῶ τούς χαμογελαστούς κι εἰλικρινεῖς ἀνθρώπους μέ τήν ψηλαφητή ἀγάπη καί τό ζωντανό παράδειγμα, πού προκαλοῦν τή ζωή μου γιά ποιοτική πνευματική ἄνοδο.
  Ἐπιστρέφω κατάκοπος καί πανευτυχής γιά τή μεγάλη διπλή δωρεά Του σέ μένα καί μιάν ἀγωνιώδη διαπίστωση πώς μέχρι στιγμῆς δέν στάθηκα ἄξιος.
 Μπαίνω στό σπίτι. Τελείωσε ἡ μέρα μου...
 Δόξα σοι, ὁ Θεός.

Στοχαστής

Σάββατο, 31 Δεκέμβριος 2022 02:00

Πρότυπο... καί ἡ στρέβλωσή του

 Ἡ σύγχρονη, καταναλωτική κοινωνία ἔχει περιβάλει τό χρόνο μέ πέπλο μαγείας. Ἑτοιμασίες, διάκοσμος, δῶρα, πανηγύρια γιά τήν ὑποδοχή τοῦ νέου ἔτους. Σάν νά εἶναι αὐτό πολύ σημαντικό καί ὄχι ἁπλή μονάδα μέτρησης τοῦ χρόνου, χρήσιμη ὁπωσδήποτε στήν καθημερινή μας ζωή.

 Νά φέρνει τό νέο ἔτος τή σκέψη πώς προχωρήσαμε ἕνα ἀκόμη βῆμα πρός τό ἀναπόδραστο τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας; Νά ζωντανεύει τίς ἐλπίδες γιά κάτι τό καλύτερο; Καί τά δύο μᾶς συντροφεύουν τοῦτες τίς μέρες, πού μιά φιλοσοφική διάθεση μᾶς καταλαμβάνει.
ai vasilis  Ἐπειδή ὅμως στόν κόσμο μας ὑπάρχουν καί τά παιδιά, ἔχουμε ἑτοιμάσει κάτι καί γιά τή δική τους ἀμέριμνη ζωή: ἕναν γέρο καλωσυνάτο καί εὐτραφῆ, πρότυπο τοῦ καταναλωτισμοῦ, πού ταξιδεύει μέ ἕλκηθρο φορτωμένο δῶρα γιά ὅλα τά παιδιά τοῦ κόσμου! Ἡ ἀφετηρία του στό βορρᾶ δείχνει περίτρανα τή δυτικοευρωπαϊκή καταγωγή τῆς παραδόσεως. Οἱ Ἀγγλοσάξονες τόν ἀποκαλοῦν "Σάντα Κλάους", οἱ Γερμανοί "Νικολάους", οἱ Γάλλοι "μπαμπα-Χριστούγεννα" καί ἄλλοι ἀλλιῶς.
 Καθώς τά χιόνια ὑποχωροῦν, ὅσο κατέρχεται πρός τό νότο ὁ γεράκος, συναντᾶ ὅλο καί περισσότερες δυσκολίες. Μάλιστα ὑποστηρίζουν μερικοί πώς στήν Ἀφρική, στή Νότια Ἀσία καί στή Λατινική Ἀμερική κανένα παιδί δέν τόν ἀντίκρυσε ποτέ! Τί γίνονται τότε τά δῶρα του; Κάποιοι ψίθυροι φθάνουν στά αὐτιά μας κατά διαστήματα: τά κρατοῦν οἱ "ἔχοντες" τῆς Εὐρώπης καί τῆς Βόρειας Ἀμερικῆς γιά τά δικά τους παιδιά! Κι ἐκεῖνος δέν διαμαρτύρεται; Δέν καταγγέλλει τήν ἁρπαγή; Ἀλλά ἐκεῖνος εἶναι εὐτραφής, εἶναι καλοντυμένος, εἶναι δημιούργημα τῶν "ἐχόντων". Τό σύνθημα «γιά ὅλα τά παιδιά τοῦ κόσμου» εἶναι πυροτέχνημα γιά τά μάτια τοῦ κόσμου! Εἶναι σάν τίς ἀποφάσεις τοῦ ΟΗΕ καί τῶν ἄλλων ὀργάνων τῆς διεθνοῦς κοινότητας. Δέν εἶναι γιά ἐφαρμογή, μονάχα γιά ψήφιση!
 Ὅμως καί στήν πατρίδα μας τά πράγματα εἶναι συγκεχυμένα ἀρκετά γύρω ἀπό τήν παράδοση αὐτή. Τό τραγουδάκι πού παλεύει νά διατηρηθεῖ στή μνήμη μας, μιλάει γιά κάποιον πού ἔρχεται ἀπό τήν Καισάρεια. Κι αὐτός δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν ἅγιο Βασίλειο. Τί κρίμα πού τά λόγια τοῦ τραγουδιοῦ ἔχουν τόσο στρεβλωθεῖ: «Καί δέν μᾶς καταδέχεται»! Ποιός; Αὐτός πού ἀνάλωσε τή ζωή του στήν ὑπηρεσία τῶν συνανθρώπων του! Αὐτός πού καυχόταν, ὅταν ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ αὐτοκράτορα τόν ἀπειλοῦσε μέ δήμευση, ἐξορία καί θάνατο, ὅτι τοῦ ἀνήκαν μόνο κάτι βιβλία καί ἕνα τριμμένο ράσο, ὅτι ὅλη ἡ γῆ ἦταν τοῦ Θεοῦ καί ὅτι ἔβλεπε τό θάνατο ὡς μετάβαση στόν κόσμο τῆς παντοτινῆς χαρᾶς! Αὐτός πού ἄφησε τόν κόσμο αὐτόν σέ ἡλικία σαρανταεννέα ἐτῶν -πρίν ἀσπρίσει δηλαδή- παριστάνεται ἀπό τούς ταλαίπωρους Νεοέλληνες ὅπως καί ὁ γεράκος τῶν χιονιῶν. Ἴσως γιατί μᾶς ἐνοχλεῖ τό πρότυπό του.
 Ζοῦμε στήν ἐποχή πού ἔχουν στρεβλωθεῖ τά πάντα. Ἡ ἱεράρχηση τῶν ἀξιῶν ἔχει ἀναταραχθεῖ. Ὁ καταναλωτισμός καί τό χρῆμα, ὡς τό μέσο γιά τήν ἱκανοποίησή του, ἐξουσιάζουν τά πάντα. Τί θά μποροῦσε νά προσφέρει στά παιδιά μας ἕνας ἀσκητικός γέρος, κατάκοπος ἀπό τήν πεζοπορία (ἡ παράδοση δέν τοῦ δίνει οὔτε ἕνα γαϊδουράκι); Αὐτός δέν ἔρχεται νά δώσει! Νά πάρει ἀπό μᾶς ζητᾶ, γιά νά κάνει νέες Βασιλειάδες, νά δώσει στά παιδιά τοῦ κόσμου, πού δέν ἀντίκρυσαν ποτέ τόν γεράκο τῶν "ἐχόντων". Κι ἐμεῖς δέν ἔχουμε διάθεση νά προσφέρουμε. Γι᾿ αὐτό μᾶς βολεύει ὁ γεράκος τοῦ βορρᾶ. Ἀνήκουμε κι ἐμεῖς στή χορεία τῶν προηγμένων χωρῶν.
 Τό κακό εἶναι πώς βγαίνουν κατά καιρούς κάποιοι καί λένε στά παιδιά μας πώς ὁ γεράκος αὐτός δέν ὑπάρχει, γι᾿ αὐτό μάταια τοῦ στέλνουν τά παιδιά γράμματα! Ἴσως αὐτή ἡ κραυγή νά βγαίνει ἀπό τά βάθη τοῦ ὑπαρξιακοῦ κενοῦ τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου.
 Ἄν θέλουμε νά συναντήσουμε τόν πραγματικό ἅγιο, ἄς στρέψουμε τό βλέμμα μας πρός τήν Καισάρεια!

Ἀπ. Παπαδημητρίου